ΤΙΤΑΝ Ν. Ευκαρπίας: Η λειτουργία εντός του αστικού ιστού βλάπτει σοβαρά τη Δημόσια Υγεία

Γκανούλης ΤΙΤΑΝ

του Φίλιππου Γκανούλη

Περιφερειακού Συμβούλου, Επικεφαλή της παράταξης "Οικολογία - Πράσινη Λύση"

Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αγνοώντας επί της ουσίας κάθε έννοια διαβούλευσης και εν μέσω πανδημίας, προχώρησε την Παρασκευή 12 Ιουνίου στην έγκριση της αδειοδότησης χρήσης δευτερογενών καυσίμων που παράγονται από απορρίμματα (RDF/SRF) από την τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ ΑΕ στη Ν. Ευκαρπία Θεσσαλονίκης.

ΤΙΤΑΝ: Το ότι αυτή η κυβέρνηση λειτούργησε για ακόμη μια φορά γραφειοκρατικά, συγκεντρωτικά και αυταρχικά, το ότι κατάργησε στην πράξη την διαβούλευση με την τοπική κοινωνία και αγνόησε επιδεικτικά και τους δύο βαθμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης, δεν αποτελεί είδηση. Ήταν μάλλον αναμενόμενο. Αυτό που είναι, όμως, αξιοσημείωτο με αυτήν την απόφασή της είναι η «άγνοια κινδύνου» που επιδεικνύει σε θέματα διασφάλισης της Δημόσιας Υγείας και της ποιότητας Ζωής των κατοίκων της Ν. Ευκαρπίας και γενικότερα της Δυτικής Θεσσαλονίκης.

Είναι γνωστό ότι, μέσα σε ένα κλίμα έντονου ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, οι βιομηχανίες προσπαθούν να μειώσουν το κόστος παραγωγής τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ενέργεια (ως θερμότητα) αποτελεί καθοριστικό παράγοντα. Η καύση υπολειμμάτων από τη διαλογή των απορριμμάτων αποτελεί θεωρητικά μια ευκαιρία για φθηνή ενέργεια, ενώ ταυτόχρονα δίνει μια λύση στη διαχείριση των απορριμμάτων. Όμως είναι το εν λόγω εργοστάσιο μια απλή περίπτωση όπως όλες τις άλλες;

Το εργοστάσιο τσιμέντου ΤΙΤΑΝ ΑΕ χωροθετείται σήμερα ουσιαστικά μέσα στον αστικό ιστό της πόλης, στο κατοικημένο όριο της Ν. Ευκαρπίας Θεσσαλονίκης. Παράγει ετησίως 1,50 εκ τόνους τσιμέντου και με τα αέρια απόβλητά του επιβαρύνει την ήδη βεβαρυμμένη ατμόσφαιρα της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Ακόμη και υπό ιδανικές συνθήκες τήρησης των σχετικών ορίων, το εργοστάσιο αυτό εκπέμπει στην ατμόσφαιρα τόνους σκόνης και αέριων ρύπων. Το βασικό ζήτημα στην εν λόγω περίπτωση δεν είναι μόνο η επιλογή του καυσίμου, αλλά η επίδραση στην Δημόσια Υγεία μιας ρυπογόνου βιομηχανίας παρακείμενα σε κατοικημένη περιοχή.

Είναι βέβαιο ότι η συγκεκριμένη βιομηχανία, εγκατεστημένη μέσα στον αστικό ιστό, θα συνεχίσει να ασκεί πιέσεις και να δημιουργεί αναταραχές στην τοπική κοινωνία αλλά και στους κατοίκους όλου του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης. Κάθε προσπάθειά της για προσαρμογή στις συνθήκες της ευρωπαϊκής αγοράς θα προσκρούει στα χαρακτηριστικά της λανθασμένης χωροθέτησης της και στους δίκαιους αγώνες των κατοίκων για καθαρό αέρα και ποιότητα ζωής.

Η οριστική μετεγκατάσταση σε βάθος χρόνου του Εργοστασίου είναι η μόνη τίμια ρεαλιστική πολιτική πρόταση, και αυτή φαίνεται δειλά δειλά να έχει μπει στον Δημόσιο διάλογο. Και μέχρι τότε πρέπει να γίνει χρήση του λιγότερου ρυπογόνου καυσίμου και σίγουρα αυτό δεν είναι ούτε το σημερινό πετ κοκ ούτε ο συνδυασμός αυτού με τα συχνά αμφιβόλου ποιότητας απορριματογενή καύσιμα RDF/SRF.

Μόνον έτσι και σε συνδυασμό και με την διαφύλαξη των ελεύθερων χώρων, την επέκταση του αστικού πρασίνου, τη βέλτιστη διαχείριση των απορριμμάτων με την διαλογή στην πηγή και τις αναγκαίες υποδομές κοινής ωφέλειας, η Δυτική Θεσσαλονίκη θα αποκτήσει πραγματικά προοπτική. Δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη για όλους και τις μελλοντικές γενιές, όταν αυτή αγνοεί την δημόσια υγεία των κατοίκων, των εργαζομένων και την προστασία του περιβάλλοντος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *