ΣΕΒΕ: Αρνητικό ρεκόρ για τον Δείκτη Εξαγωγικών Προσδοκιών στο α’ εξάμηνο 2022

ΣΕΒΕ

Το 59% εκτιμά πως θα επηρεαστεί αρνητικά από τον πόλεμο

Τη χειρότερη επίδοσή του κατέγραψε ο δείκτης TCI ΣΕΒΕ-DHL στο α’ εξάμηνο του 2022 με τις 82,8 μονάδες να αποτελούν αρνητικό ρεκόρ για τον Δείκτη Εξαγωγικών Προσδοκιών.

Οι επιμέρους ενότητες του TCI ΣΕΒΕ-DHL αφορούσαν στις εξαγωγές, τις εγχώριες πωλήσεις, τις διεθνείς και τις εγχώριες οικονομικές συνθήκες, ενώ το θέμα επικαιρότητας εστίασε στις επιπτώσεις του πολέμου Ουκρανίας και Ρωσίας. Η κατάρτιση του δείκτη πραγματοποιήθηκε από τον ΣΕΒΕ-Σύνδεσμο Εξαγωγέων σε συνεργασία με την εταιρία DHL, μέλος του ΣΕΒΕ.

Πιο συγκεκριμένα, ο Δείκτης TCI SEVE-DHL για το 1ο εξάμηνο του 2022 διαμορφώθηκε σε 82,8 μονάδες (όπου TCI>100 = αισιοδοξία και TCI<100 = απαισιοδοξία) έναντι 115,0 μονάδων του 2ου εξαμήνου του 2021 και 138,8 μονάδων του 1ου εξαμήνου του 2021, με την αύξηση συγκριτικά με τα προηγούμενα εξάμηνα να διαμορφώνεται σε 32,2 μονάδες και 56,0 μονάδες αντίστοιχα. Η υλοποίηση της έρευνας έγινε από το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών & Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, με Επιστημονικό Σύμβουλο τον Καθηγητή Ιωάννη Χατζηδημητρίου, Διευθυντή του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στις Διεθνείς Επιχειρηματικές Δραστηριότητες του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Αναλυτικά:

Η μοναδική κατηγορία στην οποία οι θετικές εκτιμήσεις πλησίασαν το 50% ήταν οι εξαγωγές, όπου το ποσοστό όσων αναμένουν αύξηση διαμορφώθηκε σε 49%. Τη σταθερότητα επέλεξε το 37% και τη μείωση το 14%.

Τεράστια πτώση σημείωσαν τα ποσοστά των απαντήσεων που αφορούν στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες, καθώς το 81% επέλεξε ως απάντηση την επιδείνωση, το 12% την σταθερότητα, ενώ μόλις το 7% προσδοκά σε βελτίωσή τους.

Σε παρόμοια επίπεδα με το προηγούμενο εξάμηνο κινήθηκαν οι απαντήσεις που αφορούν στις εγχώριες πωλήσεις, με το 41% να αναμένει αύξηση και το 43% σταθερότητα. Το 16% αναμένει μείωση των πωλήσεων στην ελληνική αγορά.

Σημαντική επιδείνωση κατέγραψαν και τα ποσοστά που αφορούν στις εγχώριες οικονομικές συνθήκες με το μεγαλύτερο μερίδιο να μετακινείται από την σταθερότητα, που επελέγη κατά κύριο λόγο στο προηγούμενο εξάμηνο, στην επιδείνωση. Το 66% δήλωσε ότι αναμένει επιδείνωση των εγχώριων οικονομικών συνθηκών, το 23% σταθερότητα και μόλις το 11% βελτίωση.

Θέμα Επικαιρότητας: Επιπτώσεις Πολέμου Ουκρανίας-Ρωσίας. Το θέμα επικαιρότητας για το a’ εξάμηνο του 2022 αφορούσε στον πόλεμο της Ουκρανίας με τη Ρωσία και τις επιπτώσεις στις εξαγωγές και τις εισαγωγές των ελληνικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 65% δεν έχει εμπορικές συναλλαγές με τις δύο χώρες, το 16% έχει και με τις δύο, το 8% μόνο με την Ουκρανία και το 11% μόνο με τη Ρωσία. Σε ό,τι αφορά στις επιπτώσεις του πολέμου στις εξαγωγές, το 36% δήλωσε ότι δεν θα επηρεαστούν, ενώ το 59% πιστεύει πως θα επηρεαστούν αρνητικά με το 9% εξ αυτών να εκτιμά ότι θα επηρεαστούν από 50% έως 100%. Αντίστοιχα, το 39% του δείγματος εκτιμά ότι οι εισαγωγές της επιχείρησής του δεν θα επηρεαστεί από τον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας, ενώ το 60% αναμένει ότι θα επηρεαστεί αρνητικά. Το 38% εξ αυτών που αναμένουν αρνητική επίδραση εκτιμά πως αυτή θα ανέλθει από 0% έως 10% και το 36% εξ αυτών από 10% έως 25%.

Η επιδείνωση των προσδοκιών στο 1ο εξάμηνο του 2022 προκλήθηκε κυρίως από την κατακόρυφη πτώση στις ενότητες των διεθνών και των εγχώριων οικονομικών συνθηκών, στις οποίες τα ποσοστά επιδείνωσης ξεπέρασαν κατά πολύ το 50%. Στις ενότητες των εξαγωγών και των εγχώριων πωλήσεων, το 49% και το 41% αντίστοιχα αναμένει αύξηση εξαγωγών. Το θέμα επικαιρότητας αφορούσε στις επιπτώσεις του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στις εμπορευματικές συναλλαγές των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Το 16% του δείγματος πραγματοποιεί εξαγωγές ή/και εισαγωγές και με τις δύο χώρες, το 11% έχει μόνο με τη Ρωσία και το 8% μόνο με την Ουκρανία. Σύμφωνα με το 59% των ερωτηθέντων, ο πόλεμος θα επηρεάσει αρνητικά τις εξαγωγές της επιχείρησής του με το 82% εξ αυτών να προσδιορίζει την ποσοστιαία επίδραση μεταξύ 0% και 25%. Αντίστοιχα σε ό,τι αφορά στις εισαγωγές, το 60% εκτιμά πως ο πόλεμος θα επηρεάσει αρνητικά τις εισαγωγές του, με το 91% εξ αυτών να προσδιορίζει την ποσοστιαία επίδραση μεταξύ 0% και 50%.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 08/04/22–20/05/22 σε επιλεγμένο δείγμα 250 εξαγωγικών επιχειρήσεων από όλη τη χώρα (οι 232 ανταποκρίθηκαν). Η επιλογή των επιχειρήσεων έγινε μέσω διαστρωματικής δειγματοληψίας, στα πρότυπα αντίστοιχων ερευνών που πραγματοποιούνται από εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς, ενώ για τη συλλογή των στοιχείων των επιχειρήσεων αξιοποιήθηκε η βάση δεδομένων της ICAP. Ειδικότερα, με αρχικό κριτήριο τις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο πάνω από €1.000.000, το δείγμα περιλαμβάνει επιχειρήσεις από πρωτογενή παραγωγή, βιομηχανία και εμπόριο.