Προκαλεί αναταραχές η άρση των δασμών στις εισαγωγές λιπασμάτων

Η πρόταση διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην Κομισιόν τον περασμένο Ιούλιο

Αυξημένη είναι η πιθανότητα να αρθούν για τουλάχιστον μια διετία οι δασμοί στις εισαγωγές λιπασμάτων από τρίτες χώρες, λόγω των συνθηκών που επικρατούν εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.

Η πρόταση για άρση μέχρι το τέλος του 2024 των δασμών στις εισαγωγές ουρίας και αμμωνίας, βασικών συστατικών για την παραγωγή αζωτούχων λιπασμάτων διατυπώθηκε επίσημα για πρώτη φορά από την Κομισιόν τον περασμένο Ιούλιο. Το σκεπτικό ήταν ότι με τον τρόπο αυτόν θα δινόταν μια σημαντική οικονομική ανάσα στους αγρότες, αλλά και στη βιομηχανία λιπασμάτων της ΕΕ που, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, είδαν τα κόστη τους να εκτοξεύονται σε δυσθεώρητα επίπεδα.

Ψηλά στη λίστα του Συμβουλίου Γεωργίας

Έκτοτε, και με τις τιμές να μη δείχνουν τάσεις αποκλιμάκωσης, η ιδέα φαίνεται ότι έχει ωριμάσει τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, με αποτέλεσμα να βρίσκεται πολύ ψηλά στην ατζέντα του Συμβουλίου Γεωργίας και Αλιείας που έχει προγραμματιστεί για τη Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου.

Μάλιστα, όπως μετέδωσαν ξένα Μέσα, στην άτυπη συνεδρίαση του διημέρου 15-16 Σεπτεμβρίου στην Πράγα, η πλειονότητα των υπουργών φέρεται να τάχθηκε υπέρ της υιοθέτησης της πρότασης, ενώ ξεκάθαρη ήταν και η στήριξη του επιτρόπου Γεωργίας, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, ο οποίος έκανε λόγο για μια αναγκαία παρέμβαση, προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής των αγροτών. Ο ίδιος, μάλιστα, αποκάλυψε ότι η ΕΕ θα επιδιώξει να διευρύνει το δίκτυο των προμηθευτών της, απευθυνόμενη σε χώρες όπως ο Καναδάς, με τις πρώτες σχετικές επαφές να γίνονται στο πλαίσιο της συνάντησης των υπουργών Γεωργίας των G20 στο τέλος του μήνα.

Πιο δραστικά μέτρα ζητούν οι οργανώσεις

Αναφανδόν υπέρ της πρότασης έχουν ταχθεί και οι COPA – COGECA, οι οποίες, μάλιστα, προτρέπουν την Επιτροπή να μην περιοριστεί στην ουρία και στην αμμωνία, αλλά να… ανοίξει τη βεντάλια του μέτρου, ώστε να συμπεριλάβει προϊόντα, όπως το UAN και άλλους τύπους ανόργανων λιπασμάτων.

Υπενθυμίζεται εδώ ότι, ειδικά σε ό,τι αφορά το UAN, οι δύο οργανώσεις ζητούν επιτακτικά από το 2021 την κατάργηση του παράλογου, όπως τον έχουν χαρακτηρίσει, «φόρου αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές από κύριες χώρες παραγωγής», υπογραμμίζοντας «ότι εμποδίζει τη λειτουργία μιας δίκαιης και διαφανούς αγοράς» και ότι, πέρα από την άνοδο των τιμών, συμβάλλει και στη δημιουργία ελλείψεων στην αγορά.

Δύσπιστη, παρά τις υποσχέσεις για στήριξη, η Fertilizers Europe

Εκ διαμέτρου αντίθετη, ωστόσο, είναι η άποψη των ευρωπαϊκών λιπασματοβιομηχανιών, οι οποίες δεν έχουν πειστεί ότι η άρση των δασμών μπορεί, όπως υποστηρίζει η Κομισιόν, να λειτουργήσει προς όφελός τους. Σε πρόσφατες δηλώσεις του στην Εuractiv, o διευθυντής της Fertilizers Europe, Γιάκομπ Χάνσεν, παραδέχτηκε ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου βρίσκονται μπροστά «σε μια κατάσταση που δεν έχει προηγούμενο», τονίζοντας ότι, με τις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη να είναι από οκτώ έως δέκα φορές υψηλότερες σε σχέση με εκείνες στις ΗΠΑ, «οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες σαφώς και βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση από πλευράς ανταγωνιστικότητας».

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η παραγωγή αμμωνίας στην ΕΕ έχει ήδη μειωθεί κατά σχεδόν 70%, η άρση των δασμών, κατά τη γνώμη του, απλά θα καταστήσει τα προϊόντα των τρίτων χωρών φτηνότερα από τα ευρωπαϊκά και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει λύση με προοπτική ούτε για τον αγροτικό κόσμο, αλλά ούτε και για τις επιχειρήσεις λιπασμάτων. «Μακροπρόθεσμα είναι προς το συμφέρον των αγροτών να υπάρχει μια υγιής και βιώσιμη ευρωπαϊκή βιομηχανία λιπασμάτων, ώστε να μην εξαρτόμαστε από τους Ρώσους ολιγάρχες για την κάλυψη των αναγκών μας», δήλωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «η διατήρηση των δασμών είναι σημαντική, ώστε ο κλάδος να σταθεί ξανά στα πόδια του και να επανεκκινήσει την παραγωγή αμμωνίας και λιπασμάτων».

Για την ώρα, πάντως, η θέση της Fertilizers Εurope δεν φαίνεται να απηχεί την άποψη της πλειοψηφίας στα κέντρα λήψης αποφάσεων των Βρυξελλών, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι προβληματισμοί της δεν λαμβάνονται υπόψη. Σε μια προσπάθεια να καμφθούν οι ενστάσεις της, ο επίτροπος διαβεβαίωσε ότι οι επιχειρήσεις παραγωγής λιπασμάτων, ως κατεξοχήν ενεργοβόρος κλάδος, είναι μεταξύ αυτών που θα ενισχυθούν με τα έσοδα από την έκτακτη εισφορά στα υπερκέρδη των ενεργειακών ομίλων που προανήγγειλε στις 15 Σεπτεμβρίου η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Στο 5,5%-6,5% η «ταρίφα»

Οι δασμοί στις εισαγωγές ουρίας και αμμωνίας, από κράτη που δεν έχουν συμφωνίες τελωνειακής διασύνδεσης με την ΕΕ, ανέρχονται σήμερα στο 5,5%- 6,5%. Στα κράτη αυτά συγκαταλέγονται η Ρωσία και η Ουκρανία που όμως εξαιρούνται ρητά από την πρόταση της Κομισιόν.

Μέχρι την έναρξη του πολέμου, οι δύο χώρες κατείχαν αθροιστικά μερίδιο 60% σε όρους ποσοτήτων στην ευρωπαϊκή αγορά λιπασμάτων, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως έχει πολλάκις αναλυθεί, ανήκουν στους μεγαλύτερους εξαγωγείς. Ειδικότερα, το 2021 η Ρωσία εξήγαγε 37,6 εκατ. τόνους λιπασμάτων συνολικής αξίας 12,5 δισ. δολαρίων, εκ των οποίων οι 14,5 εκατ. τόνοι ήταν αζωτούχα λιπάσματα και οι 11,9 εκατ. τόνοι κάλιο. Η Λευκορωσία, ως απάντηση στις κυρώσεις της Δύσης, έχει σταματήσει από τον Ιούνιο του 2021 να δημοσιοποιεί στοιχεία για τη βιομηχανία λιπασμάτων της, ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια πραγματοποιούσε εξαγωγές καλίου, αξίας περίπου 2,5 δισ. δολαρίων σε ετήσια βάση ετησίως. Στις αρχές του 2021, το μερίδιό της στο σύνολο των εξαγωγών καλίου παγκοσμίως υπολογιζόταν από την κυβέρνηση της χώρας στο 17%.