Μετά την εξαιρετικά θερμή υποδοχή κοινού και κριτικών τον Μάιο του 2024, η ομάδα bijoux de kant και ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης παρουσιάζουν στο HOOD art space, για έναν νέο κύκλο παραστάσεων στην Αθήνα, το έργο του Άκη Δήμου «Μάθε με να φεύγω», από τις 31 Οκτωβρίου. Ο κύκλος άνοιξε στη Θεσσαλονίκη και στο θέατρο «Αυλαία».
Κριτική του Παύλου Λεμοντζή
Η Αγνή, ιδιοκτήτρια ενός παλιού ξενοδοχείου χτισμένου κοντά στα ερείπια ενός αρχαίου παλατιού. Ο αδερφός της Ίων, συγκάτοικος, σύμμαχος και αντίπαλός της.
Ένας μυστηριώδης ανώνυμος Άντρας, που επιστρέφει χρόνια μετά από μια θυελλώδη ερωτική νύχτα που πέρασε εκεί.
Ένα παραλίγο ειδύλλιο, ένας ανεξιχνίαστος φόνος κι ένας βίαιος, εντελώς παράλογος χωρισμός. Ένα ιδιότυπο διακειμενικό παιχνίδι με την επιστροφή του ομηρικού Οδυσσέα στην Πηνελόπη του.
Σουρεαλιστικοί απόηχοι και πεζότατα ρεαλιστικά στοιχεία, αγοραίοι διάλογοι και λυρικές υποτροπές, παράφορα βλέμματα και τυφλά χάδια.
Βροχή, αλυχτίσματα αδέσποτων σκυλιών, πυροβολισμοί, το τραγούδι «Έλα γι’ απόψε» του Χρήστου Χαιρόπουλου, μια βιτρίνα με ενθύμια λησμονημένων ερωτικών συνευρέσεων, μια στοίβα παλιές ηχογραφήσεις της Όπερας, η ανάμνηση της Έντας Γκάμπλερ, ένα ράφι φθαρμένοι ταξιδιωτικοί οδηγοί…
Σκηνοθετικό σημείωμα
«Οι ήρωες του έργου είναι χειμαρρώδεις, ορμητικοί και συνάμα τρυφεροί, με μια γυμνή ποιητικότητα που τους κάνει απολύτως δραστικούς. Φέρνουν στη σκηνή την αλήθεια της εποχής τους. Ζούνε τη ζωή χωρίς να την περιγράφουν, την υμνούν χωρίς να την καθαγιάζουν και την κρίνουν χωρίς να την κατακρίνουν.
Το «Μάθε με να φεύγω» είναι ένα τραγούδι για τους έρωτες που χάθηκαν και τους έρωτες που έρχονται, για τα όνειρα που έσβησαν και γι’ αυτά που γεννιούνται. Για τις ήττες και τις νίκες μας μέσα στον χρόνο.
Μία Οδύσσεια με προορισμό μία αυταπάτη».
Γιάννης Σκουρλέτης
Μέσα στην τελευταία διετία ο Γ. Σκουρλέτης έχει παρουσιάσει τα έργα του Δήμου «Ντέστινυ», «Αλάσκα», «Σάμερταϊμ» «Παράφορα: ακροβατώντας στο Λεμονοδάσος του Κοσμά Πολίτη» και τώρα το «Μάθε με να φεύγω», ένα αλλιώτικο μπουλβάρ, φτιαγμένο από μνήμες παλιών μύθων, σκηνές από ερωτικά δράματα και κωμωδίες για συζύγους κι εραστές, στιχομυθίες που θυμίζουν ευρωπαϊκό θέατρο του 20ου αιώνα, όπως τα έργα κλειστού δωμάτιου ενός Πίντερ ή ενός Μπέκετ.
Ανακατεύοντας τις μνήμες μου, έφερα στο προσκήνιο το περίφημο «Παρτάλι» του Θοδωρή Γρηγοριάδη, που έγινε και παράσταση με τον Χρήστο Στέργιογλου στον ομώνυμο ρόλο. Ένας μονόλογος για μια queer κατάσταση στην εποχή του ‘70 και στην παραβαρδάρια πουτανιά της Θεσσαλονίκης. Τρεις άνδρες ερμηνεύουν µε τον τρόπο τους την περιπέτειά του, μάλιστα κάποιοι τον υποδύονται. Στην πραγματικότητα, όμως, το Παρτάλι είναι εκείνο που εισβάλλει στη ζωή των άλλων και τους παγιδεύει. Τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται.
Όπως συμβαίνει και στο «Μάθε με να φεύγω», όπου τρεις άνδρες ερμηνεύουν τους ρόλους, ακόμη και την Αγνή – ομηρική Πηνελόπη.
Από τον Φελίνι, τον Παζολίνι και τον Φασμπίντερ στον Άκη Δήμου και στον Γιάννη Σκουρλέτη, μερικές δεκαετίες δρόμος και, φυσικά, ολοφάνερες αλλαγές. Στις συμπεριφορές της ανοιχτής κοινωνίας, αλλά και της μη αποδοχής, ακόμη, της παρενδυσίας. Σήμερα μιλάμε για trans και intersex ταυτότητες και για γάμους ομόφυλων ζευγαριών ελεύθερα και νόμιμα, όμως θρηνούμε θύματα από ακραίες επιθέσεις αρσενικών -ανεγκέφαλων, που καταλήγουν σε εγκληματικές πράξεις. Τρανταχτό παράδειγμα : Ζακ Κωστόπουλος.
Ωστόσο, πολλές οι αρνητικές ομοιότητες του τότε με το τώρα, με κυρίαρχη τη μοναξιά και την ερωτική ξεφτισμένη ζωή των ηρώων. Φαίνεται, πως κάποιοι άνθρωποι βρίσκουν τη χειραφέτηση στην απελπισία.
Η συνθήκη που επιλέγει ο σκηνοθέτης για τη δράση είναι υπογειολαγνική, είναι του περιθωρίου και του χλευασμού, όπως στον καιρό του Πίπη και του Φίφη του ασπρόμαυρου ελληνικού σινεμά, αλλά οι εξαιρετικοί ερμηνευτές των τριών ηρώων, απογειώνουν την παράσταση σε μια αρτ -διάσταση φελινικού τρόπου αντίληψης του κόσμου τους, όπως «Σατυρικόν».
Ο τρόπος αυτός, πάντα θεαματικά συναρπαστικός, διασκεδαστικός αλλά και στοχαστικός, χωρίς να είναι διανοουμενίστικος ή ερμητικός ή κοινωνικά κριτικός, αλλά είναι ιδεολογικά στρατευμένος ή απορριπτικός, σκηνοθετικά είναι δεξιοτεχνικός, αλλά είναι και στυλιζαρισμένος ή επιδεικτικός και δημιούργησε έναν άλλον, έναν θαυμαστό κόσμο ιδιαίτερων μορφών. Έναν κόσμο απόλυτα ρεαλιστικό: απτό, καθημερινό στα ενδότερα διαμερισμάτων, συμβατικό στα μέλη του και στους επισκέπτες του, απολύτως συγκεκριμένο και, ταυτόχρονα, υπερβατικό: ποιητικό, ονειρικό, φαντασμαγορικό.
Αυτόν ακολούθησε και ο Γιάννης Σκουρλέτης στο ανέκδοτο έργο του ΄Άκη Δήμου.
Με μια άλλη οπτική θα μπορούσα να πω ότι η σύλληψη της ιδέας για τη συνθήκη της παράστασης και η εκτέλεσή της στην πράξη, θυμίζει έντονα Ζαν Ζενέ. Ο συνειδητοποιημένος φιλόσοφος της άλλης πλευράς του φεγγαριού, δεν έγραψε ποτέ για να εξωραΐσει αυτό που η κοινή γλώσσα αποκαλεί αποτρόπαια πράξη: την κλοπή, τον φόνο, την προδοσία και τη συνουσία. Απλώς, θέλησε να αποκαλύψει την αυτόνομη ηθική του εγκλήματος, μακριά από τις κοινές συνιστώσες της εφήμερης παρανομίας, και, αφού το μετατρέψει σε οντολογική αρχή, να ορίσει τους αρμούς της κοσμογονικής δυναμικής του.
Βαδίζοντας και στα χνάρια του Ζενέ, ο Σκουρλέτης έχτισε το αρχιτεκτόνημά του με άξιο και βραβευμένο από την Ένωση Κριτικών Ελλάδος σχεδιαστή, Νίκο Παπαδόπουλο, σ’ ένα ατμοσφαιρικό, υποβλητικό σκηνικό -ζωγραφιά, και ολοκλήρωσε την υψηλή αισθητική του η Βασιλική Σύρμα με τα κοστούμια της. Η δε διανομή, επιτυχής.
Ο Στέλιος Δημόπουλος είναι έξοχος, ερμηνεύοντας σε queer ύφος το ρόλο του Ίωνα και, μάλιστα, εντελώς κόντρα στους ρόλους που έχει ερμηνεύσει ως τώρα, ενώ ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης, με την σκοπίμως επιτηδευμένη ερμηνεία του, θυμίζει πράγματι μια γκέισα ιαπωνικού πολιτισμού, με όλα της τα ακκίσματα.
Εντυπωσιακός και απολαυστικός στην ερμηνεία του και ο Θανάσης Δήμου, σε έναν ρόλο που στιγματίζει καίρια τη σύνθεση τραγωδίας – κωμωδίας, της σκηνοθετικής άποψης.
Το πρωτότυπο έργο του Άκη Δήμου «Μάθε να φεύγω», που εμπνέεται από την επιστροφή του ομηρικού Οδυσσέα στην Πηνελόπη του, είναι ένα ακατάτακτο κείμενο, που άλλοτε φλερτάρει με το μπουλβάρ – που είναι η αποθέωση της σκηνικής τεχνικής – άλλοτε με το ψυχολογικό θέατρο δωματίου, άλλοτε με τις ιστορίες μυστηρίου κι άλλοτε με τα παλιά, αισθηματικά ρομάντσα των περιπτέρων. Και που, ενώ ονειρεύεται πως είναι δράμα, κρατάει σφιχτά το χέρι της κωμωδίας.
Θα κλείσω το άρθρο με μια δήλωση του σκηνοθέτη, πριν από την πρώτη παράστασή του στην Αθήνα: «Το συγκεκριμένο έργο του Άκη Δήμου, που βασίζεται στην επιστροφή του Οδυσσέα στην Πηνελόπη, το πήρα ακριβώς ως είχε μέσα από το συρτάρι του και είναι η Πηνελόπη εδώ που ζητά από τον ομηρικό ήρωα, σαν επιστρέφει στην Ιθάκη, να μάθει και σε εκείνη πώς να φεύγει από μια συνθήκη που την έχει εγκλωβίσει. Οι άνθρωποι που κάνουμε θέατρο έχουμε μάθει στο θνησιγενές αυτού του πράγματος – άλλωστε κάθε παράσταση είναι μια έναρξη κι ένας θάνατος μαζί, καθότι έχει περιορισμένη διάρκεια – και μετά τη λήξη της μπαίνεις σε μια νέα περιπέτεια, ξεκινάς ένα άλλο ταξίδι. Μπορείς, όμως, να ξεφύγεις ποτέ πραγματικά από κάτι; Αυτό ακριβώς διαπραγματεύεται αυτό το έργο, χωρίς να δίνει κάποια απάντηση, κάποια «μαγική συνταγή». Νομίζω, έπειτα, ότι οι καλύτερες απαντήσεις δίνονται, θέτοντας περισσότερες ερωτήσεις».
Συντελεστές:
Κείμενο: Άκης Δήμου
Σκηνοθεσία: Γιάννης Σκουρλέτης
Σκηνογραφία: Νίκος Παπαδόπουλος
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Σύμβουλος δραματολογίας: Ασημένια Ευθυμίου
Συντονισμός παραγωγής: Γιώργος Παπαδάκης
Φωτογραφίες: Εβίτα Σκουρλέτη
Video: Γιώργος Αποστολόπουλος
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Αλίκη Πιτσινίγκου, Διονύσης Νικολόπουλος
Υπεύθυνοι επικοινωνίας: Μαριάννα Παπάκη, Νώντας Δουζίνας
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά):
Στέλιος Δημόπουλος, Θανάσης Δήμου, Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης