«Η Θάλασσα και ο Γέρος» στο «Αριστοτέλειον»

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Βασισμένο στο έργο του Έρνεστ Χέμινγουεϊ “Ο γέρος και η Θάλασσα”, διασκευή – σκηνοθεσία: Μαρλέν Καμίνσκι

«Τα σαγόνια του ανοιγόκλειναν σπασμωδικά δαγκώνοντας το αγκίστρι με γρήγορες δαγκωματιές και χτυπούσε στον πάτο της βάρκας με το μακρόστενο επίπεδο κορμί του, με την ουρά και με το κεφάλι του, ωσότου ο γέρος του κοπάνισε μια με το στειλιάρι στο λαμπερό χρυσό κεφάλι. Εκείνο σπάραξε ακόμα μια φορά κι έμεινε ασάλευτο» – Ernest Hemingway.

Κριτική του Παύλου Λεμοντζή

Ένας ηλικιωμένος ψαράς ζει μόνος σε καθεστώς φτώχειας και απομόνωσης, έχοντας πότε-πότε για συντροφιά, ένα μικρό παιδί. Ο γέρος Σαντιάγο μάς συστήνεται ευθύς αμέσως ως σαλάο, δηλαδή ο πιο άτυχος του κόσμου, αφού μετά από 84 μέρες στη θάλασσα δεν είχε κατορθώσει να πιάσει ούτε ένα ψάρι. Η πληγωμένη του τιμή, του επιτάσσει να σπάσει αυτή την ενάλια κακοδαιμονία κι έτσι την 85η μέρα επιχειρεί και πάλι, εντελώς μονάχος, να περισώσει τη φήμη του ανάμεσα στους ομότεχνούς του και τους ανθρώπους του χωριού.

Ακολουθούν τρεις μέρες καταμεσής του πελάγους, όπου ο Σαντιάγο θα συναντήσει έναν ξιφία, που όμοιό του δεν ξαναείδε ποτέ και, χρησιμοποιώντας τις πιο εκλεπτυσμένες τεχνικές του, όλες τις μυϊκές και πνευματικές του δυνάμεις, θα προσπαθήσει να τον φέρει μέχρι το λιμάνι. Σ’ αυτό το ταξίδι της επιστροφής θα δοκιμαστεί σκληρά, αφού η ρότα της βάρκας του καθορίζεται από τους ανέμους και από τη διάθεση του ψαριού, που ταξιδεύει αγκιστρωμένο στο πλάι της.

Ο Σαντιάγο θα μείνει άγρυπνος, κρατώντας τα μπόσικα στις εξάρσεις του τεράστιου ξιφία, θα αγνοήσει τους πόνους απ’ το φόρτωμα της πετονιάς, που θα χαρακώσει για μέρες τα χέρια και τους ώμους του, θα υπομείνει το κρύο, τον αέρα και την πείνα, θα γυρέψει συντροφιά στον αιχμάλωτο θαλάσσιο σύντροφό του, μα, πάνω απ’ όλα, θα θαυμάσει αυτό το περήφανο ψάρι, που για τρία μερόνυχτα τον τραβάει ακούραστο μέσα στη θάλασσα.

Πριν ο γέρος προλάβει να γευτεί τη γλύκα της επιτυχίας του, χτυπά ο πρώτος καρχαρίας. Κι έπειτα κι άλλος, κι άλλος. Κάθε χαμένη λίβρα κρέατος στην αρχή διασκεδάζεται από τον γέρο, που έτσι θέλει να πιστεύει ότι θα αρμενίζει ελαφρύτερος. Γνωρίζει πολύ καλά το αναπότρεπτο των συνεχιζόμενων επιθέσεων, αφού η οσμή του ψαριού αφήνει πίσω της ένα αιμάτινο ίχνος αδύνατο να καμουφλαριστεί. Παρόλα αυτά, διατηρεί την ψυχραιμία του κι υπερασπίζεται το ψάρι με μαχαίρια, κουπιά και προσευχές.

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Συχνά, και όχι άδικα, η μάχη του Σαντιάγο στη θάλασσα λογίζεται ως αναμέτρηση του ανθρώπου με τη φύση. Αυτή η θεώρηση, αν και δεν απέχει από το θεματικό κέντρο του διασκευασμένου διηγήματος , επιτρέπει σε μια πιο λεπτή, υποδόρια ιδέα. Ο γέρος δε μάχεται ακριβώς απέναντι στη φύση, αλλά πασχίζει να βρει τη θέση του, εντός της. Εξαιτίας του πιο αναπόδραστου νόμου που ορίζει την έμβια ύλη, δηλαδή τον θάνατο, ο γέρος και ο ξιφίας νέμονται μια κοινή μοίρα που τους σημαδεύει, ως ίσους.

Η παράσταση τέρπει και διδάσκει: Η μάχη που δίνουν οι πιο αποφασισμένοι ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ζώα, προκειμένου να αντιταχθούν στον θάνατο, επιτρέπει τη διάνοιξη ενός στενού περάσματος, που θα τους μεταφέρει υπερβατικά σε μία κατάσταση αρμονίας με τη θνητότητά τους. Ο γέρος απευθύνεται στον ξιφία του με τον τρόπο που θα απευθυνόταν στον πιο παλιό και πιο αξιόμαχο αντίπαλό του, σ’ εκείνον που η ζωή τον οδηγεί ώστε να υπάρξει η τελική αναμέτρηση, η οριστική επίλυση της έντασης για χάρη της αρμονίας. Εκεί, όπου τελικά θα κατοικήσει η ομορφιά.

Ο θάνατος δεν έρχεται ως επιστέγασμα, σε μία διαδικασία ταπείνωσης και υποταγής στον ισχυρό, αλλά επικυρώνει τον αγώνα για τη ζωή πλημμυρίζοντάς τον από σεβασμό και αγάπη. Στις λέξεις του Σαντιάγο διακρίνουμε μια τρυφερότητα ανοίκεια σε σχέση με αυτά που φανταζόμασταν πως χαρακτηρίζουν τη σχέση των κυνηγών με τα θηράματά του.

Η ιδιαιτερότητα αυτή πηγάζει από τη μοναδικότητα και τη σπουδαιότητα, αυτή που ο άνθρωπος-κυνηγός αποδίδει στο θήραμα. Ο ξιφίας προσδιορίζεται οριστικά, δεν είναι απλώς ένα ακόμη ψάρι.

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Η ειδική υπερβατικότητα του αγώνα που δίνει ο Σαντιάγο υπογραμμίζεται από την επίμονη αναφορά του στη διαύγεια που οφείλει να επιδείξει. Ο σωματικός κάματος, παρών έπειτα από ημέρες εξάντλησης και ασιτίας, δεν επιτρέπεται να επηρεάσει τις νοητικές δυνάμεις του, κι έτσι ο αγώνας του μέσα στη θάλασσα διαχέεται πια και προς τον εσωτερικό του κόσμο.

Ο Σαντιάγο είναι τραγικός ήρωας, όχι επειδή χάνει το ψάρι του, αλλά καθώς μάχεται για να κρατήσει το ψαχνό του, γνωρίζει ότι θα αποτύχει. Ο ξιφίας θα καταλήξει στους καρχαρίες. Ωστόσο, δε θα γυρίσει στο χωριό του ως ηττημένος, γιατί όλοι μπορούν να διαβάσουν στον σκελετό του ψαριού τι έχει συμβεί, κι όλοι καταλαβαίνουν. Ο Σαντιάγο μπορεί να μην έφερε το ψάρι ακέραιο, αλλά κατάφερε να το πιάσει. Κι αυτό μετράει περισσότερο.

Το διήγημα του Χέμινγουεϊ δεν έχει πολλά στοιχεία θεατρικότητας, αλλά έχει στοιχεία μιας κοσμοθεωρίας του γέρου, που αναδεικνύονται μέσα από τις σκέψεις και τους μονολόγους του κι αυτό το καθιστά δύσκολο, ως προς την αναπαράστασή του.

Το ζήτημα λύθηκε, εν μέρει, με την επιλογή του Τάσου Νούσια για τον ρόλο του Σαντιάγο, ενός ηθοποιού που έχει το ταλέντο και την ικανότητα να ενσαρκώσει ιδανικά έναν τέτοιο ήρωα και να αναδείξει όλη την προσωπικότητά του.

Έτσι, η θάλασσα αποκτά πολύ πιο ενεργό ρόλο στην παράσταση, μιας και είναι αυτή που αναλαμβάνει να αφηγηθεί την ιστορία, αλλά και αυτή που κινεί τα νήματα και καθορίζει τη μοίρα του Σαντιάγο, του Μανόλο, αλλά και όλων των έμβιων οργανισμών σε αυτόν τον πλανήτη.

Ο χαρακτήρας που έπλασε ο Νούσιας ως Σαντιάγο, με όλα τα χαρίσματα και την προσωπική του κοσμοθεωρία για τον κόσμο, τη ζωή, τη θάλασσα και τα πλάσματά της, και την πεποίθηση για τον σεβασμό που οφείλουμε να δείχνουμε, καθώς δεν είμαστε μόνοι αλλά κομμάτι μιας μεγάλης αλυσίδας, παρουσιάστηκε επί σκηνής ικανοποιητικότατα.

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Η ξεχωριστή βραχνάδα της φωνής του σημαντικού ηθοποιού Τάσου Νούσια, άλλοτε σιγανή, χαϊδεύοντας τα σανίδια της βάρκας και τον παφλασμό της θάλασσας κι άλλοτε πιο βροντερή, προσπαθώντας να δαμάσει το ψάρι ή και τον εαυτό του ακόμα, γίνεται ο οδηγός μιας ερμηνείας που καθηλώνει.

Το επικλινές σκηνικό, τα ευρήματα εμφάνισης και κατάδυσης, η τεχνολογία video mapping που απεικόνιζε τις εναλλαγές της θάλασσας και τα ψάρια, η χορογραφική παρουσία της θάλασσας από τη χορεύτρια Φαίδρα Σούτου, στην οποία δανείζει τη φωνή της αφηγούμενη η Evelyn Assouad και ο επίσης αέρινος, με την ίδια πλαστικότητα στην κίνηση, Βασίλης Μηλιώνης στον ρόλο του νεαρού μαθητευόμενου του Σαντιάγο, του Μανολίνο, συνθέτουν ένας πρώτης τάξης πρωτόλειο υλικό το οποίο συναντά την τεχνολογία και τα δωρικά ευρήματα της σκηνοθέτριας, με αποτέλεσμα μια παράσταση που εντυπωσιάζει.

Ξεχώρισε ο καταπληκτικός σκηνικός χώρος, μια εικαστική ρέουσα πανδαισία χρωμάτων της θάλασσας πάνω σ’ ένα διαδραστικό δάπεδο, δια χειρός Γιάννη Ντουσιόπουλου, που χρησιμοποίησε την τεχνολογία του 3D Animation, για να προβάλλει στο επικλινές σκηνικό, όλα τα στοιχεία που αναφέρονταν στο κείμενο (νερό, έμβια όντα της θάλασσας, παραλία), που ενθουσίασε το κοινό με την πρωτοτυπία και τη ρεαλιστικότατά του.

Αν θελήσουμε, συνοψίζοντας, να μιλήσουμε με μια φράση για την παράσταση αυτή, θα λέγαμε : μια ποιητική, εικαστική απόδοση του έργου του Χέμινγουεϊ.

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Σκηνοθετικό Σημείωμα:

Διαβάζοντας την ιστορία από την οπτική του βιομηχανοποιημένου και σύγχρονου περιβάλλοντος του 21ου αιώνα, μου ήρθε στο μυαλό η αρχέγονη πάλη και αρμονία μεταξύ του Ανθρώπου και της Φύσης.
Αν κάποιος έχει μάθει πώς να λειτουργεί μαζί και μέσα στη φύση αντί να προσπαθεί να τη κατακτήσει και να τη καταστρέψει, δεν υπάρχει όριο στο βάθος μιας πραγματικής κατανόησης των μυστηρίων της.
Η μοίρα του ανθρώπου δεν μπορεί να διαχωριστεί από τη μοίρα των ωκεανών.

Παρόλα αυτά, 70 χρόνια από όταν γράφτηκε η ιστορία, άμεσος ή έμμεσος ανθρώπινος αντίκτυπος έχει βλάψει την υγεία των ωκεανών, κάτι που με τη σειρά του επηρεάζει τη ζωή στη στεριά.
Συνδυάζοντας κείμενο με χορό και 3D animation προβολές, ευελπιστώ να προσκαλέσω το κοινό να βυθιστεί σε ένα ολιστικό σκηνικό σύμπαν στο οποίο ίσως να μπορέσουν να θυμηθούν την αναπόφευκτη και αινιγματική σύνδεσή μας με τη φύση.

Σύμφωνα με τα λόγια του Lmi Ponifasio (θεατρικός σκηνοθέτης από τη Σαμόα και χορογράφος) “δεν είναι δυνατόν να αλλάξουμε την ανθρώπινη συμπεριφορά χωρίς να αναθεωρήσουμε την πνευματικότητά μας.”
Δεν μπορούμε απλώς να ελπίζουμε ότι μόνο χρησιμοποιώντας την τεχνολογία, ξοδεύοντας χρήματα, θεσπίζοντας κατευθυντήριες γραμμές θα αποφύγουμε την κλιματική έκτακτη ανάγκη και την ανθρωπογενή καταστροφή των φυσικών οικοτόπων και της βιοποικιλότητας.

Ως καλλιτέχνες είναι καθήκον μας να βρούμε τρόπους για να βελτιώσουμε την ποιότητα του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι νιώθουν, ακούνε, βλέπουν και αγγίζουν τον κόσμο. Ποιος είναι ο ρόλος μας στη γη;
Είμαστε μέρος των διεργασιών της γης και αυτές οι διεργασίες συνέβαιναν πολύ πριν από εμάς και θα συμβαίνουν πολύ καιρό αφότου φύγουμε.
Μαρλέν Καμίνσκι

Η Θάλασσα και ο Γέρος

Συντελεστές:
Ιδέα, Διασκευή, Δραματουργία: Μαρλέν Καμίνκσι
Μετάφραση διασκευής, βοηθός δραματουργίας: Νατάσα Πετροπούλου
Σκηνοθεσία: Μαρλέν Καμίνκσι
Σχεδιασμός 3d Animation / Videomapping: Γιάννης Ντουσιόπουλος
Μουσική: Σταύρος Τσουμάνης
Φωτιστικός σχεδιασμός: Αλίκη Δανέζη Knutsen
Σκηνογραφία-Ενδυματολογία: Αγγελίνα Παπαχατζάκη, Μαρλέν Καμίνκσι
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νατάσα Πετροπούλου
Κατασκευή Μαριονέτας: Μυρτώ Κοσμοπούλου
Trailer: Αλέξης Φάλαντας
Φωτογραφίες promotion: Φανή Μαρία Χατζή
Γραφιστική επιμέλεια: Μαύρα Γίδια
Επικοινωνία: Ειρήνη Λαγουρού
Υπεύθυνος Παραγωγής: Ευθύμης Χρήστου
Οργάνωση περιοδείας: THEATER ART COMPANY EE-Σάκης και Φώτης Μανάφης
Παραγωγή: Θεατρικές Παραγωγές Δημήτρης Φωτόπουλος ΙΚΕ

Διανομή
Σαντιάγο: Τάσος Νούσιας
Μανολίνο: Βασίλης Μηλιώνης
Θάλασσα: Φαίδρα Σούτου
Ακούγεται η φωνή της Evelyn Assouad