Το έργο του βραβευμένου Βρετανού θεατρικού συγγραφέα Nick Payne «INCOGNITO», ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε μετάφραση και σκηνοθεσία Γλυκερίας Καλαϊτζή, προσκαλώντας το κοινό της Θεσσαλονίκης σε μια ξεχωριστή θεατρική εμπειρία, καθώς εξερευνά τα μυστήρια της ταυτότητας και της μνήμης.
Κριτική: Παύλος Λεμοντζής
Μέσα από το πρίσμα τριών – φαινομενικά ασύνδετων – ιστοριών: ενός παθολόγου που κλέβει τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν ελπίζοντας να αποκαλύψει τα μυστικά της ιδιοφυΐας του, ενός άνδρα που υποβάλλεται σε μια πρωτοποριακή χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο, η οποία αλλάζει τη ζωή του και την ιστορία της νευροεπιστήμης και μιας κλινικής νευροψυχολόγου, που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα συναισθηματικά της προβλήματα, όταν ο γάμος της καταρρέει, ο συγγραφέας υφαίνει με αφηγηματική δεξιοτεχνία μια ενδιαφέρουσα θεατρική σύνθεση, για το πώς η μνήμη διαμορφώνει την ταυτότητά μας.
Με τέσσερις ικανότατους ηθοποιούς επί σκηνής, που ερμηνεύουν τους είκοσι χαρακτήρες του έργου, με καταιγιστικούς ρυθμούς και πνευματώδεις διαλόγους, το “incognito” συνδυάζει μυθοπλασία και πραγματικότητα σε μια πολυπρισματική αφήγηση, όπου με περίσσια ευαισθησία και χιούμορ, επιχειρεί μέσα από τους ήρωες, τις σχέσεις, τις αγωνίες και τις φιλοδοξίες τους, να μιλήσει για τα μυστήρια και τα παιχνίδια του μυαλού.
Φανταστείτε για μια στιγμή την εσωτερική σύγχυση που εμφανίζεται σε μια πλήρη αίθουσα, καθώς κάθε μέλος του κοινού παρακολουθεί προσηλωμένο ένα σύμπλεγμα με όλους τους νευρώνες, όλες τις συνάψεις, όλες εκείνες τις χημικές ουσίες που αγωνίζονται να κατανοήσουν τα σώματα, τα φώτα και τους διαλόγους. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι θεατές καταφέρνουμε, τελικά, να ταξινομήσουμε όλες τις πληροφορίες σε κάτι συγκεκριμένο που προσεγγίζει μια συνεκτική δομή στην αφήγηση.
Όπως εξηγεί ένας χαρακτήρας στο έξυπνο και «οδυνηρό» κείμενο του Nick Payne : «ο εγκέφαλος είναι μια μηχανή αφήγησης ιστοριών, που θέλει απεγνωσμένα να συλλέξει νοήματα». Συμπερασματικά, οι θεατές είμαστε διαθέσιμοι να κάνουμε παραλληλισμούς μεταξύ των διαφόρων χαρακτήρων και σκηνών, που ξεδιπλώνουν ευρηματικά η σκηνοθέτρια Γλυκερία Καλαϊτζή και το κουαρτέτο των ηθοποιών στη σκηνή του θεάτρου Τ , με τις δικές μας τοποθετήσεις , όσον αφορά την ταυτότητά μας.
Στην παράσταση, η μεγαλύτερη ανησυχία του έργου είναι το πώς οι αναμνήσεις και οι νοητικές λύσεις βοηθούν στη δημιουργία της αίσθησης του «εαυτού».
Το «incognito», στην εύστοχη και εύληπτη μετάφρασή του από την Γλυκερία Καλαϊτζή, συνδυάζει τις παραπάνω μυστηριώδεις ιστορίες (δύο αληθινές και μια προϊόν μυθοπλασίας), σε ένα συναρπαστικό σύνολο, που διερευνά αν η μνήμη και η ταυτότητα δεν είναι ή όχι ψευδαισθήσεις και, ταυτόχρονα, φανερώνει και την ικανότητα του συγγραφέα να συγκολλάει περίπλοκα φιλοσοφικά και επιστημονικά δόγματα με απλούς ανθρώπινους αγώνες.
Η σκηνοθεσία εστιάζει σε μια εξέταση του εγκεφάλου, μέσα από το φακό της προσωπικής ταυτότητας, και επιτρέπει σε τέτοιες μεθυστικές έννοιες να ξεπηδούν φυσικότατα μέσα από τις καθημερινές συζητήσεις. Ουσιαστικά, η μεταφράστρια και σκηνοθέτρια Γλυκερία Καλαϊτζή δεν είδε ούτε στο ελάχιστο το κείμενο, σαν μια βαρετή διάλεξη μετά την αποφοίτηση του κλάδου της νευροεπιστήμης, αλλά εμβάθυνε σε μια συναρπαστική, ανθρώπινη πορεία με περιοριστικούς χαρακτήρες, με τους οποίους οι προσηλωμένοι στα τεκταινόμενα επί σκηνής νιώθουμε μια προφανή ταύτιση.
Βλέπουμε και βυθιζόμαστε σε τρεις συνυφασμένες ιστορίες, που εξερευνούν τη φύση της ταυτότητας και τον τρόπο με τον οποίο αυτή καθορίζεται από εκείνα που θυμόμαστε, ώστε να κατανοήσουμε – στον βαθμό που ο καθένας δύναται – τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
Η παραστασιακή αφήγηση λαμβάνει χώρα σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, με μια σταθερά: τον Ανθρώπινο Εγκέφαλο. Το «Incognito» χρησιμοποιεί τη νευροφυσιολογία ως πύλη, για να «εισχωρήσει» στην ανθρώπινη ταυτότητα και στα ανεξήγητα φαινόμενα της συνείδησης.
Το αναλαμβάνει και το διεκπεραιώνει εξαιρετικά στη σκηνή, μια ασυνήθιστη μη γραμμική αλληλουχία γεγονότων. Μάλιστα, η σκηνοθεσία καταφέρνει να «χωρέσει» τον πραγματικά μεγάλο κόσμο του έργου, στα λίγα τετραγωνικά του θεάτρου Τ.
Οι εκπαιδευμένοι με πολλή δουλειά ηθοποιοί: Αλέξανδρος Νικολαΐδης, Σοφία Βούλγαρη, Γρηγόρης Φρέσκος και Άννα Μαρία Μπογιατζόγλου, επιδεικνύουν απίστευτα επίπεδα ευελιξίας και ενέργειας στις εμφανίσεις τους. Είκοσι ρόλοι μοιράζονται μεταξύ των τεσσάρων καλών υποκριτών και κάθε ρόλος είναι ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος, με ξεχωριστές συνήθειες, βηματισμούς, στάσεις, επειδή οι χαρακτήρες είναι διαφορετικών ηλικιών και προσωπικοτήτων, οπότε, ταχύτατα αλλάζουν, γλιστρούν, μεταμορφώνονται σε παύσεις δευτερολέπτων από το ένα στο άλλο και στο επόμενο, και πάλι στο προηγούμενο.
Η σκηνογραφία της Ευαγγελίας Κιρκινέ, ένας υπερμεγέθης κυκλικός εγκέφαλος με τις αυλακώσεις του που ενίοτε φωτίζεται, και τα κοστούμια της Μαρίας Καραδελόγλου, προσδιορίζουν λιγότερο μια αναπαράσταση τόπου και περισσότερο μια πρόκληση – πρόσκληση στο μυαλό αυτών των χαρακτήρων.
Διάσπαρτοι σε όλο τη δράση είναι οι φωτισμοί που εξασθενούν ή λάμπουν ξεχωριστά- με την υπογραφή του Αρμάντο Μέμα – αφήνοντας την αίθουσα σκοτεινή, ως πεδίο ελιγμών του μυαλού των παρατηρητών της κάθε ιστορίας. Είναι, ίσως, περίεργο αλλά εντυπωσιακά όμορφο, καθώς ο ρόλος του φωτός στην παράσταση γίνεται σταδιακά όλο και πιο ξεκάθαρος, με αποκορύφωμα μια εξαιρετική φορτισμένη συναισθηματικά στιγμή , δευτερόλεπτα πριν το φινάλε.
Για τη διερεύνηση και την εξερεύνηση του ανθρώπινου εγκεφάλου, το «Incognito» δεν σταματά να δίνει απαντήσεις, χωρίς να είναι αυτοσκοπός να το κάνει. Αντίθετα, διανέμει στους ήρωές του ξεχωριστές πεποιθήσεις και εμπειρίες και ζητά από το κοινό να καθορίσει ενδόμυχα τις θέσεις του σχετικά με το θέμα. Το έργο ανακρίνει και αμφισβητεί τις πεποιθήσεις, προκαλώντας στην πλατεία μια σοβαρή συζήτηση, ο καθείς με τον εαυτό του, για την ψυχική υγεία και τη δύναμη του νου που υπερβαίνει τον φυσικό χώρο του θεάτρου.
Έχω την εντύπωση ότι ο συγγραφέας χρησιμοποίησε ως βατήρα τη «Μαιευτική» του Σωκράτη, σύμφωνα με τον οποίο «φιλόσοφος» είναι ο άνθρωπος που σκέφτεται με ερωτήσεις. Καθετί που συμβαίνει φέρνει μέσα του και τον σπόρο για κάτι άλλο. ‘Άρα, το μέλλον βρίσκεται μέσα στο παρόν.
Ο Σωκράτης δε δίδαξε θεωρητικές αλήθειες, αλλά μέθοδο. Ουσιαστικά, επωμιζόταν τον ρόλο της συνείδησης και μέσα από τις ερωταποκρίσεις δημιουργούσε ένα πνεύμα διαλόγου στη συζήτηση. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στο «Incognito”.
Το σκηνοθετικό επίτευγμα είναι η παρακολούθηση του ποιος είναι τι, καθώς και μια μεταφορά: τα κινούμενα μέρη του έργου αντικατοπτρίζουν τη λειτουργία του ίδιου του εγκεφάλου. Επομένως, για να μιλήσουμε με αναγωγικούς ή απλοϊκούς όρους, το κέντρο προσοχής μας στην παράσταση είναι πράγματι ο ανθρώπινος εγκέφαλος και η ταυτότητα.
Δηλαδή, ο ανθρώπινος εγκέφαλος ως αποθήκη συναισθήματος, ορθολογισμού, μνήμης, προσωπικότητας και ικανότητας.
Η περίπτωση του μυαλού Άλμπερτ Αϊνστάιν, άραγε, είναι ιδιοφυΐα; Ή είναι «απλώς» ένας μυς που βρίσκεται στο κρανίο, σαν τόπος των ηλεκτρικών και χημικών δράσεων και αντιδράσεων;
Μήπως ο άνθρωπος είναι ένα απλό καθοδηγούμενο πλάσμα από μια «μηχανή»; Μήπως είμαστε τλήμονα τέκνα της φθοράς κι εξαγοράζουμε τη δοξοκοπία του περιττού με το ακόνι και το μασάτι;
Προβληματισμοί που αναζητούν λύσεις σε μια αυτοψυχανάλυση, ως ένα βήμα αυτοβελτίωσης. Αρωγός στη σκέψη η πρωτότυπη μουσική του Κωστή Παλαιογιάννη.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΈΣ
Κείμενο: Nick Payne
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Γλυκερία Καλαϊτζή
Σκηνικά: Ευαγγελία Κιρκινέ
Κοστούμια: Μαρία Καραδελόγλου
Κίνηση: Ιωάννα Μήτσικα
Πρωτότυπη μουσική: Κωστής Παλαιογιάννης
Φωτισμοί: Αρμάντο Μέμα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκη Στεφανίδου
Βοηθός Σκηνογράφου: Αρμάντο Μέμα
Φωτογραφίες: Χρήστος Κυριαζίδης
Trailer: Παναγιώτης Κουντουράς
Σχεδιασμός οπτικής ταυτότητας: Παναγιώτης Γιωργάκας, Threehop
Υπεύθυνη προβολής: Λία Κεσοπούλου
Παραγωγή: Θέατρο Τ
Η παράσταση INCOGNITO πραγματοποιείται με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού.
Παίζουν:
Αλέξανδρος Νικολαΐδης
Σοφία Βούλγαρη
Γρηγόρης Φρέσκος
Άννα Μαρία Μπογιατζόγλου