ΚΘΒΕ: «Η αγάπη άργησε μια μέρα» της Λιλής Ζωγράφου σε συμπαραγωγή με το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης

Στο «Μικρό» της Μονής Λαζαριστών η διάταξη των καθισμάτων σχηματίζουν ένα Πι, έτσι ώστε ν’ αγκαλιάζει τη σκηνή, να φέρνει τους θεατές μέσα στη δράση, να τους ποτίζει με νερό – άγιασμα ή πίκρα- χολή.

Κριτική του Παύλου Λεμοντζή

Την αγάπη που άργησε μια μέρα , όπως το έγραψε η Λιλή Ζωγράφου, την αγάπη που δεν έρχεται ποτέ ή εκείνη που στραγγίζει όνειρα κι ελπίδες των γυναικών –ηρωίδων, ο Ένκε Φεζολλάρι τη στεφανώνει αυτή τη φορά με πόνο και θλίψη. Όχι με ποίηση. Σαν πικρή σπονδή στα σημεία των καιρών.

Θέλει να φέρει στο προσκήνιο το χθες και να το πετάξει στο δάπεδο μαζί με τους κουβάδες και τις λεκάνες με απόνερα, μαζί με τα τσακισμένα σώματα των απέλπιδων κοριτσιών, θέλει να το μπολιάσει στο σήμερα, θέλει να ραπίσει την κοινωνία μας που δέχεται και κρύβει παραβατικότητες, με πιο σκληρή την κακοποίηση των γυναικών. Και το καταφέρνει σε ύψιστο βαθμό.

Ακόμα από την είσοδο ο θεατής προϊδεάζεται για κάτι ανοίκειο, ανίερο, όταν αντικρίζει ένα τέμπλο με σιδερόφρακτη «Ωραία Πύλη», με εικόνες – παράθυρα «Αγίων» ένθεν και ένθεν της, που αντί για φωτοστέφανο φέρουν ακάνθινο μανδύα. Όταν ζωντανεύουν, θαρρείς μαγαρισμένες από τον διάβολο, ξεσπούν σε κλαυθμούς, κατάρες και οδυρμούς. Κανένα χαμόγελο, καμία χαρά. Μόνο πόνο.

Στο έργο σκιαγραφείται αριστοτεχνικά, έτσι όπως διασκευάστηκε από τον σκηνοθέτη και τη Ροδή Στεφανίδη, η απάνθρωπη σκληρότητα της πατριαρχικής οικογένειας, οι κοινωνικές συμβάσεις, η λεκτική και σωματική έμφυλη βία, αλλά και η ευλογία της αγάπης.
Το δίπολο επιθυμία –ενοχή διατρέχει τον μύθο. Ποιος έχει το δικαίωμα στην απόλαυση και ποιος στην επιθυμία;

Μια παλιομοδίτικη ιστορία που ξετυλίγεται σαν μαγευτικό παραμύθι, χάρη στην ομορφιά και τη λαχτάρα των γυναικών ηρωίδων που αντιστέκονται στον αμείλικτο χρόνο, περιμένοντας καρτερικά την προσγείωση του μεγάλου έρωτα. Γιατί υπήρχε μια εποχή που η αγάπη αργούσε να ’ρθει, σε αντίθεση με τη νεαρή Ερατώ (Υρώ Λούπη) που, έρμαιο του παρορμητικού της ενστίκτου, παραδίδεται σ’ έναν άγγελο που την περιμένει στο υπόγειο του σπιτιού της.
Και τολμά να ζήσει συναρπαστικές περιπέτειες για να εξελιχθεί – εν αγνοία της – σε κατακτήτρια της πιο ουσιαστικής ελευθερίας. Γιατί η ελευθερία και τότε, πριν ογδόντα χρόνια, και πάντοτε, προκύπτει, όχι από συλλόγους και κραυγαλέα μανιφέστα, αλλά από την ατομική συνειδητοποίηση που διαλέγει τελικά το προσωπικό ήθος, αγνοώντας τους περιορισμούς των έξωθεν απαγορεύσεων.

ΚΘΒΕ

Πρόκειται ουσιαστικά για μια αλληγορία πάνω στο φασισμό και στον τρόπο που αυτός ποτίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Αναδεικνύονται τα σοβαρά και διαχρονικά προβλήματα που προκύπτουν από την τήρηση των «πρέπει», τη μη αποδοχή της διαφορετικότητας, τη λανθασμένη υποταγή και την καταπάτηση της ελευθερίας, στην καθημερινότητα.
Ο άνθρωπος, του χθες και του σήμερα, οι αδυναμίες και οι επιθυμίες του βρίσκονται στο επίκεντρο.

Το έργο «Η αγάπη άργησε μια μέρα», βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Λιλής Ζωγράφου, γραμμένο το 1994, το οποίο έγινε τηλεοπτική επιτυχία το 1997. Η συγγραφέας εστίασε στα μυθιστορήματά της στην πάλη για την ανεξαρτησία των γυναικών και στη γυναικεία χειραφέτηση. Το έργο πραγματεύεται την τόλμη που απαιτεί η ελευθερία καθώς και τον αγώνα ενάντια στην επιβολή και τον αυταρχισμό. Μια απεικόνιση της πατριαρχικής κοινωνίας και του βαθιά ριζωμένου μισογυνισμού.

«Ακόμα και οι γιοί τρέμανε τη “σκιά” του πατέρα αφέντη, πού επίσης μέσα από το αίσθημα ιδιοκτησίας απαιτούσαν απ’ αυτούς να γίνουν σπουδαίοι, όχι ευτυχισμένοι, σπουδαίοι, πάντα στα μέτρα της δικής τους βαρβαρότητας και αμορφωσιάς».

ΚΘΒΕ

Μια ατμοσφαιρική παράσταση, της οποίας η αξία αναδεικνύεται στο έπακρον από τις συγκλονιστικές ερμηνείες των επτά εξαιρετικών ηθοποιών του ΚΘΒΕ, στο Μικρό της Μονής Λαζαριστών, χώρος που επιτρέπει τη θεατρική τέχνη να μετουσιωθεί σε μυσταγωγία, με τους μύστες και τους θεατές να συμπορεύονται αντάμα σε ιστορικά μονοπάτια, σε ψυχικές διαδρομές ηρώων, στις συναισθηματικές μεταπτώσεις- αποστάγματα συμπεριφορών- παντελώς αγνώστων στη συμφεροντολογική , στεγνή από συναισθήματα εποχή μας- σε επιλεγμένες ταυτίσεις του κοινού με στάσεις ζωής, που γλαφυρά αποτύπωσε η ανατρεπτική, στοχαστική κι αντισυμβατική πένα της συγγραφέως στο συγκεκριμένο αριστούργημά της.

ΚΘΒΕ

Την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε κάποιο χωριό της Κρήτης, ζει ένα ευκατάστατο ζευγάρι και οι πέντε κόρες τους. Τρεις γιοι συμπληρώνουν την οκτάδα παιδιών, αλλά είναι ωσεί παρόντες. Ο Ιταλός στρατιώτης Αντονίνο κρύβεται στο υπόγειο του αρχοντικού των Φτενούδων με τη βοήθεια της κόρης- Πηνελόπης, που λόγω της βιολογικής ιδιαιτερότητας της, αποτελεί το μαύρο πρόβατο για τους δικούς της. Εκεί η Ερατώ, που είναι η αδυναμία της μάνας και η προστατευόμενη της, ερωτεύεται με πάθος τον Ιταλό και μένει έγκυος στο παιδί του.
Εκείνος δεν το μαθαίνει και αναχωρεί για την πατρίδα του. Η μάνα, θέλοντας ν’ αποφύγει την κοινωνική κατακραυγή , αποφασίζει να υποκριθεί πως το παιδί που θα γεννήσει η Ερατώ είναι δικό της.

Σαν μεγάλωσε το νόθο, η Αμαλία, της ζητεί να αρνηθεί τα γονικά δικαιώματά της. Πράγμα που γίνεται. Όταν η μητέρα και ο πατέρας των αδερφάδων πεθαίνουν, τα ηνία της οικογένειας αναλαμβάνει η αυταρχική μεγαλοκοπέλα κι ανύπαντρη Ασπασία.

Διαβάστε επίσης  Το "Underground" με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Η Ερατώ φεύγει από το σπίτι για να γλιτώσει, αλλά αυτό την οδηγεί μεθοδευμένα στα χέρια του Τάγαρη, ενός δικηγόρου που την παντρεύεται και την κακομεταχειρίζεται. Όταν γυρνά στο σπίτι μετά από καιρό και μην αντέχοντας την σκληρότητα της αδερφής της και τον ξεπεσμό ολόκληρης της οικογένειας, αυτοκτονεί.
Την επόμενη μέρα ο Αντονίνο επιστρέφει στην Ελλάδα αναζητώντας το χαμένο του έρωτα. Η Αγάπη αργεί μόνο μια μέρα αλλά όταν φτάνει, η Ερατώ δεν υπάρχει!

Ο άκρατος αυταρχισμός, το ψέμα, η υποκρισία, η στέρηση αγάπης και σεβασμού, η βία κι η συμβολή τους στη διαμόρφωση διαταραγμένων προσωπικοτήτων, ο πόνος, η απόγνωση, η λαχτάρα για ζωή, η στενομυαλιά και τα στεγανά της μονομερούς κατήχησης σε πατροπαράδοτους, συντηρητικούς κώδικες και, τέλος, ο θάνατος παρελαύνουν στη σκηνή μαγικά, καθηλωτικά, με ρυθμούς σκληρούς, με τεχνική εκπληκτική κι αξιοθαύμαστη υποκριτική δεινότητα.

Τα βίντεο έχουν επεξηγηματικό ρόλο στη αφήγηση με κορυφαίο το απολύτως σημερινό ενσταντανέ της μεγάλης κόρης Ασπασίας, να πίνει στο μπαλκόνι της το καφεδάκι της μοναξιάς της, ως παρηγοριά. Άλλωστε η Ασπασία (Μαρία Χατζηιωαννίδου),είναι ο πιο αυταρχικός και πιστός στην πατροπαράδοτη ιεραρχία χαρακτήρας, ωθείται από τις σκληροπυρηνικές αντιλήψεις της σε σκαιές συμπεριφορές, ενώ οι άλλες κόρες του Φτενούδου αδυνατούν να νοηματοδοτήσουν την απώλεια του πατέρα τους.

Το φέρετρο και το μαύρο στα κοστούμια, πέρα από τον ρεαλισμό τους στις σκηνές της παράστασης, συμβολίζουν και την ανθρώπινη διάσταση του Θεού, σαν ένα σύστημα που παγιδεύει τους ανθρώπους στον φόβο και στις ενοχές για την κάθε τους παρέκκλιση από κανόνες.

ΚΘΒΕ

Ο Φεζολλάρι ξεκάθαρα μας προτρέπει: «ανοίξτε τα μάτια, τεντώστε τ’ αυτιά σας. Κάποιοι επαναστατούν με αιτίες, κάποιοι υιοθετούν τον αυταρχισμό και κάποιοι άλλοι θυματοποιούνται. Κάποιοι ξοδεύουν τη ζωή τους στην «τιμή και την υπόληψη» που καθορίζει η υποκριτική κοινωνία σας. Όλα αυτά, αγαπητοί μου θεατές, με μια λέξη είναι βία!

Παλιότερα δέσποζε στην οικογένεια ο πατέρας – αφέντης. Σήμερα τι; Ίσως ο φόβος του να είσαι ελεύθερος ή αληθινός. Το νόθο παιδί της φαμίλιας, η Αμαλία (Πολυξένη Σπυροπούλου), «μπαστάρδι» της αδερφής Ερατώς, ξεστομίζει σε κάποια στιγμή: «Δεν έχω πίστη, δεν έχω Θεό. Πώς να έχω Θεό αφού δεν έχω αγάπη; Πού να μείνει ο Θεός; Θέλει σπίτι και αυτό είναι η αγάπη».

Όλα εξελίσσονται στο πατρικό της οικογένειας Φτενούδου και μεταφέρονται σταδιακά στο μοναστήρι, στο δικηγορικό γραφείο, στο αστυνομικό τμήμα, στον δρόμο, στην αυλή, με ταχύτατους ρυθμούς κι ευρηματικές αλλαγές επί σκηνής.

Η σκηνογράφος Δανάη Πανά έχει φιλοτεχνήσει το σκηνικό – τέμπλο που δεσπόζει στο κέντρο απ’ την αρχή ως το τέλος, ενώ εύρημα είναι η ανάθεση ανδρικών χαρακτήρων, όπου έπρεπε, στις γυναίκες ηθοποιούς, χωρίς να ενοχλεί η παρενδυσία.

ΚΘΒΕ

Επτά εξαιρετικές ηθοποιοί. Ορθά ανομοιογενής θίασος αλλά άκρως ενδιαφέρων. H σημαντική ηθοποιός του κρατικού φορέα Άννυ Τσολακίδου, είναι η μητέρα, Εριφύλη, της πολύτεκνης οικογένειας, μια τραγική φιγούρα βγαλμένη είτε από τις «Τρωαδίτισσες» του Ευριπίδη είτε από τη «Μάνα Κουράγιο» του Μπρεχτ ή από την Μπερνάρντα ΄Αλμπα του Λόρκα. Μας δείχνει με κραυγές και ψιθύρους ότι «μάνα» σημαίνει αυτομάτως, πως αναλαμβάνεις και όλο τον ακαταλόγιστο παραλογισμό που συνεπάγεται αυτή σου η ιδιότητα: γλυκιά, σκληρή, τρυφερή, τερατώδης ή μειλίχια, προστατευτική ή αδιάφορη, ένα είδος «άβατου», μία φύσει και θέσει τραγική φιγούρα, για την οποία όλος ο κόσμος αρχίζει και τελειώνει στο παιδί.

Η εξαιρετική Μαρία Χατζηιωαννίδου, ως Ασπασία,είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο κινείται ολόκληρη η ιστορία στο μυθιστόρημα, αλλά εδώ τα σκήπτρα του «κορυφαίου» στον μαυροφορεμένο Χορό δίνονται συμβολικά στην Ερατώ, σαν την πιο κακοποιημένη γυναίκα της υπόθεσης.

Η μοναδική Λίλιαν Παλάντζα, είναι η άτεγκτη Εργίνη, αλλά ενδύεται και ανδρικούς ρόλους, όπως και η Άννυ Τσολακίδου ερμηνεύει με αψάδα τον οπορτουνιστή δικηγόρο.

Οι άλλοι ρόλοι υπηρετούνται με πάθος και ωριμότητα, με τις ισορροπίες που ήθελε το κείμενο και ο σκηνοθέτης, από τις πολύ καλές, έμπειρες κυρίες του ΚΘΒΕ. Την Ιωάννα Παγιατάκη που υποδύεται έξοχα την άμοιρη Πηνελόπη και συγκινεί το κοινό, καθώς σέρνεται χωρίς λύπηση από τις σκληρές αδελφές της στο δάπεδο κι αποτελεί τον μόνιμο εύκολο στόχο της οργίλης εκτόνωσης.

Η Πολυξένη Σπυροπούλου αναλαμβάνει την Αμαλία που παντρεύεται με το στανιό τον υπερήλικα Επαμεινώντα και στρώνει αναγκαστικά μια ζωή με πολλές ανατροπές.

Τέλος, η Δανάη Σταματοπούλου είναι η Αικατερίνη, δασκάλα, που επαναστατεί στο κατεστημένο, αγνοεί τους κανόνες του συντηρητικού σπιτιού και στεφανώνεται κρυφά τον αγαπημένο της, ενώ επωμίζεται και ανδρικούς ρόλους με επιτυχία.

ΚΘΒΕ

Η μουσική του Κωνσταντίνου Ευαγγελίδη συνοδεύει κινήσεις και λόγια, σιωπές και βιντεοσκοπημένες εικόνες, ανάλογα τη φόρτισή τους.

Οι φωτισμοί της Σεμίνας Παπαλεξανδροπούλου, χαμηλοί, επιτείνουν τη φοβική ατμόσφαιρα που επικρατεί στο σπιτικό του Φτενούδου.

Πρόκειται για μια παράσταση ξεχωριστή, ρεαλιστική, με σημειολογικό περιεχόμενο και συγκινησιακή σημασία.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Διασκευή- Δραματουργική επεξεργασία: Ροδή Στεφανίδου, Ένκε Φεζολλάρι
Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι
Σκηνικά-κοστούμια: Δαναη Πανά
Μουσική: Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης
Φωτισμοί: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Βίντεο: Άντα Λιακου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Χριστόφορος Μαριάδης
Οργάνωση Παραγωγής (ΚΘΒΕ): Ηλίας Κοτόπουλος
Οργάνωση Παραγωγής (ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης): Στέλιος Σωτηρόπουλος
Κατασκευή σκηνικού: Νίκος Λαβαντσιώτης, Τάκης Συνδουκάς
Ηλεκτρολόγος: Τάσος Διδασκάλου
Φωτογραφίες: MikeRafail | Thatlongblackcloud

Διανομή:
Υρώ Λούπη
Ιωάννα Παγιατάκη
Λίλιαν Παλάντζα
Πολυξένη Σπυροπούλου
Δανάη Σταματοπούλου
Άννη Τσολακίδου
Μαρία Χατζηιωαννίδου

Τα παραδοσιακά τραγούδια της Κάτω Ιταλίας και το νανούρισμα ερμηνεύει η Σοφία Παπάζογλου.