Μακάριος: Ο Ιεράρχης που έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Κυριακής Δημοκρατίας

Αρχιεπίσκοπος Μακάριος

43 χρόνια από το θάνατό του

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος “έφυγε” από τη ζωή σαν σήμερα πριν από 43 χρόνια.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος συνέδεσε το όνομά του με την Κύπρο και την εποχή μετά τον “Αττίλα” στην Κύπρο.

O Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκος όπως ήταν το κοσμικό όνομά του γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1913 στο ορεινό χωριό της Πάφου, Πάνω Παναγιά, από αγρότες γονείς. Επειδή ήταν άριστος μαθητής ο δάσκαλος εισηγήθηκε να συνεχίσει τις σπουδές του, και επειδή η οικογένειά του ήταν φτωχή, έκανε αίτηση να ενταχθεί ως δόκιμος στην Μονή Κύκκου, όπου μετά από εξετάσεις, έγινε δεκτός το 1926.

Ολοκλήρωσε το τριτάξιο Προγυμνάσιο (ελληνική σχολή) με καλούς βαθμούς και το 1933 η Μονή τον έστειλε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο της Λευκωσίας. Αποφοίτησε με «άριστα» και επιστρέφοντας το 1936 στη Μονή ανέλαβε διευθυντής της ελληνικής σχολής. Το 1938 έλαβε υποτροφία για να σπουδάσει Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ολοκληρώνοντας τις σπουδές του το 1942. Ωστόσο, μετά την κατάληψη της Αθήνας από τις δυνάμεις του Άξονα, το 1941, δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Κύπρο, οπόταν ξεκίνησε να σπουδάζει στη Νομική Σχολή. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα, τον Οκτώβριο του 1944, ο Μακάριος παρέμεινε στην Αθήνα και στις αρχές του 1946, χειροτονήθηκε ιερωμένος και τοποτηρητής με τίτλο Αρχιμανδρίτη στον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής Πειραιά.

Το 1948 του προσφέρθηκε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και ξεκίνησε σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, στη Μασσαχουσέτη των ΗΠΑ. Εκεί, πέραν της Θεολογίας, παρακολούθησε μαθήματα Θρησκευτικής κοινωνιολογίας. Το 1948, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εξελέγη εν τη απουσία του Επίσκοπος Κιτίου και επέστρεψε στην Κύπρο.

Λίγο αργότερα, μετά την ενθρόνιση του ως Επίσκοπος Κιτίου, ανέλαβε διευθυντής του τετραμελούς Γραφείου της Εθναρχίας, με σκοπό το συντονισμό του αγώνα για την «Ενωση». αποστολή για την οποία στάθηκε σκληρός υποστηρικτής. Σε κήρυγμα του, στις 4 Δεκεμβρίου 1949, κατά την περίοδο του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, έλεγε: «Δεν πιστεύουμε, όπως κάνουν μερικοί προδότες και αγγλόφιλοι, πως η Ένωση θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της αγγλοελληνικής φιλίας. Η Ένωση δε χαρίζεται, κερδίζεται με συνεχή αγώνα».

Μετά τον θάνατο του αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β’, τo 1950, ο 37χρονος τότε Μακάριος θα εκλεγεί νέος αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Στον λόγο του, υποσχέθηκε στον λαό ότι θα εργαστεί άοκνα για την Ένωση Κύπρου-Ελλάδας.

Η Ελλάδα απευθύνθηκε συνολικά πέντε φορές στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ζητώντας την αυτοδιάθεση της Κύπρου και πάντα προσέκρουε στην αντίθεση της Μεγάλης Βρετανίας και της Τουρκίας. Ακολούθησε ο θυελλώδης αγώνας της ΕΟΚΑ το 1955 – 1959, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Μακάριος εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες. Μετά από αρκετές αμφιταλαντεύσεις, και προ της απειλής του Σχεδίου Μακμίλλαν που προέβλεπε διχοτόμηση της Κύπρου, να προσυπογράψει την λύση της εγγυημένης ανεξαρτησίας με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και επέστρεψε θριαμβευτικά στη Κύπρο.

Πρόεδρος Κύπρου

Μετά την υπογραφή των συμφωνιών έγιναν οι πρώτες εκλογές στην Κύπρο. Υποψήφιοι ήταν ο ίδιος, τον οποίο υποστήριζε το νεοϊδρυθέν Ενιαίο Δημοκρατικό Μέτωπο Αναδημιουργίας (ΕΔΜΑ) στο οποίο εντάχθηκαν αρκετοί αγωνιστές της ΕΟΚΑ και ο Ιωάννης Κληρίδης (πατέρας του μετέπειτα προέδρου Γλαύκου Κληρίδη), ο οποίος ήταν επικεφαλής της Δημοκρατικής Ένωσης Κύπρου και υποστήριζε και το ΑΚΕΛ. Ο Μακάριος κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 66,29%.

Οι συμφωνίες της Ζυρίχης κατέρρευσαν τον Δεκέμβριο του 1963, μετά την απόφαση του Μακαρίου για τροποποίηση 13 σημείων του Συντάγματος. Το επιχείρημα του Μακαρίου ήταν πως το σύνταγμα ήταν ανεφάρμοστο. Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1962 ο Μακάριος έφτασε στην Αθήνα και έγινε δεκτός στο αεροδρόμιο Ελληνικού από τον βασιλιά Παύλο. Την 1η Οκτωβρίου έδωσε συνέντευξη Τύπου, όπου μεταξύ άλλων, δήλωσε ότι «η δοθείσα δια των συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου λύσις εις το Κυπριακόν δεν ήτο εκείνη δια την οποίαν διεξήχθη ο αγών. Ήτο, όμως, η μόνη εφικτή».

Με την κατάρρευση των συμφωνιών, οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από τις δομές του Κράτους και εγκλείστηκαν σε θύλακες, και ο Μακάριος επανέφερε την Ένωση ως επίσημη πολιτική.

Τον Αύγουστο του 1964, επαναλήφθηκαν οι εχθροπραξίες μεταξύ στρατιωτικών δυνάμεων των δύο κοινοτήτων και δύο τουρκικά αεριωθούμενα βομβάρδισαν ελληνοκυπριακές θέσεις, προκαλώντας και απώλειες αμάχων. Αντίστοιχα, και οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας εκτραχύνθηκαν, με αποκορύφωμα τους διωγμούς κατά της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης το 1964.

Το 1968, μετά από δεύτερη στρατιωτικλη κρίση, το 1967, επανέφερε την πολιτική του ευκταίου, αν και εξακολουθούσε να απορρίπτει την φιλοσοφία των συμφωνιών Ζυρίχης για δικοινοτικό κράτος.

Διαβάστε επίσης  Σαν σήμερα 21 Απριλίου: Τα σημαντικότερα γεγονότα

Την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1970 οκτώ κουκουλοφόροι του παράνομου Εθνικού Μετώπου πραγματοποίησαν επιδρομή στις αποθήκες του μεταλλείου Καλαβασού και πήραν τεράστιες ποσότητες εκρηκτικών -2.500 ράβδους δυναμίτη, 250 πυροκροτητές, 700 μέτρα ειδικού βραδύκαυστου φυτιλιού. Πρόκειται για την πιο επικίνδυνη επιχείρηση της οργάνωσης αυτής, η δράση της οποίας είχε αποσταθεροποιήσει την κατάσταση στην Κύπρο κατά τη διάρκεια του 1969. Πραγματικός καθοδηγητής της οργάνωσης ήταν η ΚΥΠ του ελληνικού δικτατορικού καθεστώτος και το 2ο Γραφείο του Γενικού Επιτελείου της Εθνοφρουράς.

Την Πρωτομαγιά του 1969 έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του και μάλιστα ένας εκ των δύο δραστών ήταν ο αστυνομικός Λοΐζος Χατζηλοΐζου, ειδικός στην αχρήστευση εκρηκτικών μηχανισμών..

Θορυβημένος από τη δολοφονική απόπειρα ο Μακάριος έδωσε εντολή στον έμπιστό του ανώτερο υπαστυνόμο Φίλιππο Ευρυπίδου να αρχίσει τις προετοιμασίες για τη συγκρότηση εφεδρικού αστυνομικού σώματος, εντελώς ανεξάρτητου από την Αστυνομία, με στόχο την πάταξη του Εθνικού Μετώπου.

Δέκα μέρες αργότερα, στις 21 Αυγούστου 1969, το Εθνικό Μέτωπο επιχείρησε να δολοφονήσει τον Κύπριο κυβερνητικό εκπρόσωπο Μιλτιάδη Χριστοδούλου. Στις 27 Οκτωβρίου 1969 σημειώθηκαν δύο εκρήξεις βομβών στην περίβολο του Προεδρικού Μεγάρου της Κύπρου. Παράλληλα απέτυχαν δύο σχέδια δολοφονίας του Μακαρίου, από ανθρώπους του Γιωρκάτζη στις 22 και 26 Ιανουαρίου.

Στο μεταξύ, με οργανωτή τον Π. Γιωρκάτζη και εγκέφαλο τον Δ. Παπαποστόλου, οργανώθηκε μυστικά η σοβαρότερη επιχείρηση δολοφονίας του Μακαρίου, για το πρωί της 8ης Μαρτίου 1970. Τουλάχιστον τέσσερις ομάδες δολοφόνων, εκ των οποίων η σημαντικότερη αποτελείτο από τους Αδάμο Χαρίτωνος, Γιώργο Ταλιαδώρο, Αντώνη Γεναγρίτη και Πολύκαρπο Πολυκάρπου, πήραν θέσεις σε σημεία γύρω από την Αρχιεπισκοπή. Γνώριζαν ότι ο Μακάριος στις 7 το πρωί θα επιβιβαζόταν σε ελικόπτερο, με μοναδικό συνοδό τον χειριστή του ελικοπτέρου Ζαχαρία Παπαδογιάννη, για να μεταβεί στον Μαχαιρά για να τελέσει μνημόσυνο για την επέτειο του θανάτου του ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου, Γρηγόρη Αυξεντίου.

Μόλις το ελικόπτερο έφτασε στο ύψος της στέγης του κτιρίου της αρχιεπισκοπής, ο Χαρίτωνος πάτησε πρώτος τη σκανδάλη του οπλοπολυβόλου Μπρεν αδειάζοντας 27 σφαίρες εναντίον του στόχου. Οκτώ ακόμη σφαίρες έφυγαν από το Μ1 του Αντώνη Γεναγρίτη και δύο από το Ένφιλντ του Γ. Ταλιαδώρου.

Ο τραυματισμένος κυβερνήτης του ελικοπτέρου κατάφερε να προσγειώσει το ελικόπτερο παρά τα πυρά, χωρίς ο Μακάριος να πάθει τίποτα. Αμέσως μετά ο ίδιος έδωσε εντολή στον υπουργό Εσωτερικών Επ. Κωμοδρόμο να συλληφθεί αμέσως ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Π. Γιωρκάτζης ως εγκέφαλος της οργάνωσης της δολοφονικής απόπειρας, χωρίς όμως να βρεθούν εις βάρος του ενοχοποιητικά στοιχεία πλην δύο περιστρόφων που του είχε χαρίσει ο ίδιος ο Μακάριος. Τελικά, λίγους μήνες αργότερα δολοφονήθηκε ο Γιωρκάτζης.

Πραξικόπημα και τούρκικη εισβολή του 1974

Το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε από την Εθνική Φρουρά της Κύπρου, την ΕΛΔΥΚ και την ΕΟΚΑ Β΄, κατ’ εντολή της Χούντας των Αθηνών, με σκοπό την ανατροπή του Μακαρίου και την επίτευξη της ένωσης με την Ελλάδα. Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε στις 8:15, ενώ ο Μακάριος υποδεχόταν μια σχολική αντιπροσωπία από την Αίγυπτο. Δυο φάλαγγες με άρματα και μονάδες ΛΟΚ επιτέθηκαν στο Προεδρικό Μέγαρο και στο φιλομακαριακό Εφεδρικό Αστυνομικό Σώμα, που έδρευε περίπου 1 χλμ. μακρύτερα του Προεδρικού Μεγάρου.[ Ο Μακάριος κατάφερε να διαφύγει και κατέληξε στην Πάφο, όπου εξεφώνησε διάγγελμα προς τον λαό, ανακοινώνοντάς του ότι είναι ακόμη ζωντανός.

Ακολούθως, ο Μακάριος, μέσω Μάλτας και Λονδίνου, έφτασε στη Νέα Υόρκη, όπου, στις 19 Ιουλίου, έλαβε μέρος στην σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Στο Λονδίνο είχε συνάντηση με τον Πρωθυπουργό Χάρολντ Ουίλσον. Στις 19 Ιουλίου και από το βήμα του Οργανισμού, ο Μακάριος κατηγόρησε δριμύτατα την ελληνική χούντα για σχεδίαση του πραξικοπήματος.

Στις 20 Ιουλίου, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, ενώ η πραξικοπηματική κυβέρνηση του Νίκου Σαμψών στην Κύπρο και η Χούντα των Αθηνών κατέρρευσαν, μη μπορώντας να αντιδράσουν στρατιωτικά. Ακολούθησε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, στις 14 Αυγούστου 1974.

Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο τον Δεκέμβριο του 1974, περίπου 4,5 μήνες μετά την διάσωση και φυγή του και 3,5 μήνες μετά την τραγωδία της Κύπρου. Εκεί του επιφυλάχθηκε παλλαϊκή υποδοχή, αφού προηγουμένως είχε διέλθει από την Αθήνα, όπου παρέμεινε για λίγες ημέρες. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1977 συνομολογήθηκε η Συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς, κατά την οποία αποδέχθηκε τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία.

Ο Μακάριος απεβίωσε στις 3 Αυγούστου του 1977, μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου, σε ηλικία 64 ετών.

Πηγή πληροφοριών: star.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *