Στ. Ρόκκος: «Έμενα σε σπηλιές γιατί δεν είχα σπίτι!»

Τι… εξομολογήθηκε ο γνωστός τραγουδιστής

Τι… εξομολογήθηκε ο γνωστός τραγουδιστής

Συνέντευξη στο περιοδικό «People», που κυκλοφορεί με το «Έθνος της Κυριακής», παραχώρησε ο Στέλιος Ρόκκος.

Ο 54χρονος καλλιτέχνης μίλησε για τις δυσκολίες της ζωής του, τον τρόπο που ζει αλλά και όσα απολαμβάνει.

Αναλυτικά, όσα είπε:

Στη Λήμνο είσαι σαν τον πρόεδρο του χωριού; Σε φωνάζουν όλοι με το μικρό σου όνομα;

Καμιά σχέση! Μπορεί να με ξέρουν όλοι και να με φωνάζουν με το μικρό μου, όπως λες, το θέμα όμως είναι ότι εγώ στη Λήμνο μονάζω. Μένω σε μια παραλία τελείως μόνος μου και δεν έρχομαι συχνά σε επαφή με τον κόσμο. Μόνο με τους παιδικούς μου φίλους.

Μένεις δηλαδή σε ένα ερημικό χωριό της Λήμνου;

Μένω σε μια παραλία που έχει μόνο ένα σπίτι, το δικό μου. Το έχτισα εκεί για να έχω την ησυχία μου.

Για να είσαι «εσύ και ο Θεός»;

Ο Θεός κι εγώ! Πάει πάντα αριστερά στην αφίσα ο Θεός! (γέλια)

Δεν έχει μοναξιά όλο αυτό, όσο κι αν την αποζητάς;

Καθόλου! Έχω τόσα ενδιαφέροντα πράγματα να κάνω που δεν μου φτάνει ούτε για αστείο η μέρα. Εδώ δεν περνά ο χρόνος με τίποτα. Έρχομαι στην Αθήνα και κουράζομαι από το αεροπλάνο ακόμη. Και νιώθω τόσο υπέροχα επιστρέφοντας στη Λήμνο.

Πώς είναι εκεί η καθημερινότητά σου; Σηκώνεσαι νωρίς το πρωί και βλέπεις θέα θάλασσα με έναν καφέ στο χέρι;

Αυτό νομίζουν όλοι ότι, επειδή ζω στη θάλασσα, θα κάθομαι και θα τη χαζεύω. Ούτε καν της δίνω σημασία! Αλλά ξέρω ότι υπάρχει και παίζει τον ρόλο της στη ζωή μου. Ειδικά τώρα που βρέχει και αλλάζουν τα χρώματα είναι μαγεία. Αλλά και η άνοιξη στη Λήμνο είναι εκπληκτική. Ο κάμπος είναι γεμάτος λουλούδια και μυρωδιές.

Ακόμη και τα χρόνια που έμενες στην Αθήνα, νοσταλγούσες τη Λήμνο;

Για δέκα χρόνια δούλευα επτά μέρες την εβδομάδα στην Αθήνα και υπέφερα γιατί δεν μπορούσα να είμαι εκεί. Το μυαλό μου ήταν συνεχώς στη Λήμνο. Βέβαια ως πιτσιρικάς είχα έννοια πώς θα φύγω. Όλοι οι πιτσιρικάδες που ζουν στην επαρχία, και ειδικά σε νησί, νιώθουν εγκλωβισμένοι. Κι εγώ το ένιωθα έντονα αυτό. Έβλεπα τα καράβια να φεύγουν και έλεγα «Να ’μουν κι εγώ μέσα». Τότε δεν υπήρχε ούτε τηλεόραση. Η μέρα μας ήταν να παίξουμε μπάλα. Και ξανά μπάλα. Κάποια στιγμή «μπάλιασε» το στόμα μας!

Πού ονειρευόσουν πως πας ανεβαίνοντας στο καράβι;

Ήθελα να μπαρκάρω, αυτό ήταν το σχέδιο. Στα 17, ήρθα στην Αθήνα με φυλλάδιο αλλά δεν βρήκα ναύλο και έτσι έπιασα δουλειά σε έναν φούρνο. Ύστερα έφυγα για την Κρήτη, όπου τον πρώτο καιρό έμενα σε κάτι σπηλιές (σ.σ. Μάταλα) γιατί δεν είχα σπίτι! Υπήρχε ένα χωριό στην Κρήτη όπου άραζαν συνήθως οι χίπηδες της εποχής και όσοι ήταν πιο ανήσυχα νιάτα. Μου άρεσε πάρα πολύ εκεί πέρα. Ήθελα να είμαι μαζί τους. Και έναν ολόκληρο χειμώνα μέναμε σε μια σπηλιά που ήταν κάτι σαν κοινόβιο. Και παίζαμε όλοι μαζί κιθάρα. Ωραία ήταν!

Θα το ξανάκανες όλο αυτό;

Τώρα; Όχι ποτέ, εκτός αν ξέρεις καμιά πεντάστερη σπηλιά!

Ολόκληρη η συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί μαζί με το Έθνος της Κυριακής