Την Τετάρτη καταψηφίστηκε στη Γερουσία με 50 ψήφους κατά και 49 υπέρ, η δικομματική συμφωνία-πακέτο μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών Γερουσιαστών για τη συνοριακή φύλαξη. Η συμφωνία προέβλεπε και τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας, του Ισραήλ και της Ταϊβάν στο ίδιο νομοσχέδιο.
Ο Λευκός Οίκος ενέκρινε την αρχική συμφωνία-πακέτο, τονίζοντας και τη σημασία της συνεχούς υποστήριξης προς τους συμμάχους των ΗΠΑ. Οι Ρεπουμπλικάνοι αποδέχτηκαν την αποστολή βοήθειας στους συμμάχους, υπό τον όρο, μιας συνολικής και αυστηρής μεταρρύθμισης στη συνοριακή πολιτική.
Κάτι όμως που δεν είδαν να συμβαίνει.
Το νομοσχέδιο έφερνε σημαντικές αλλαγές στη μεταναστευτική πολιτική, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ορίων στην επιλεξιμότητα για άσυλο, της απαίτησης από τους εργοδότες να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό σύστημα για να επαληθεύουν την καταλληλότητα των νέων εργαζομένων για απασχόληση, και της δυνατότητας κράτησης των παράνομων μεταναστών.
Προέβλεπε επίσης απαγόρευση εισόδου, όταν ο αριθμός των παράνομων μεταναστών έφτανε τις 4.000 τη μέρα για μια εβδομάδα. Εάν ο αριθμός έφτανε τις 5.000 ή εάν 8.500 προσπαθούσαν να εισέλθουν παράνομα σε μία μόνο ημέρα, η απαγόρευση εισόδου θα ήταν υποχρεωτική.
Το δεύτερο σκέλος του νομοσχεδίου περιελάμβανε αμυντική βοήθεια $60 δις για την Ουκρανία σε όπλα, εξοπλισμό και πυρομαχικά, $14,1 δις για την πυραυλική άμυνα του Ισραήλ, και $1,9 δις για πυρομαχικά στην Ταϊβάν. Διέκοπτε ταυτόχρονα τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ στην Υπηρεσία Αρωγής και Εργασίας του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNRWA), κατόπιν καταγγελίας του Ισραήλ ότι 12 Παλαιστίνιοι υπάλληλοί τους συμμετείχαν στην επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου.
Έντονες Διαφωνίες
Ο μετριοπαθής Δημοκρατικός, υποψήφιος Βουλευτής Κόλιν Άλρεντ, έβλεπε θετικά τη συμφωνία των $118 δις. Είναι μια «σοβαρή ευκαιρία για πραγματική πρόοδο όσον αφορά τη διόρθωση του κατεστραμμένου μεταναστευτικού μας συστήματος και την παροχή αναγκαίων πόρων στις συνοριακές κοινότητες» δήλωσε.
Από την άλλη, ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής του Τέξας Τεντ Κρουζ απέρριψε το νομοσχέδιο των 370 σελίδων, προτού καν δημοσιευθεί το κείμενο. «Καθιερώνει τα ανοιχτά σύνορα του Μπάιντεν στο διηνεκές. Τρομερό για το Τέξας, αλλά οι Δημοκράτες της Ουάσιγκτον το λατρεύουν» έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είπε επίσης ότι το νομοσχέδιο «νομιμοποιεί τη σύλληψη και την απελευθέρωση, δίνει δισεκατομμύρια σε ΜΚΟ και επιτρέπει την είσοδο 1,8 εκατομμυρίων παράνομων αλλοδαπών ετησίως. Οι Δημοκρατικοί θα πουν ότι προσπάθησαν να πετύχουν μια συμφωνία, αλλά οι σκληροί Ρεπουμπλικάνοι την εμπόδισαν».
Επιτιθέμενος στον πολιτικό του αντίπαλο, ο Δημοκρατικός Άλρεντ είπε: «Ο Τεντ Κρουζ επιλέγει την κυνική κομματική πολιτική αντί να κάνει ό,τι είναι καλύτερο για το Τέξας. Αυτή η συμφωνία δεν έχει όλα όσα ήλπιζα, αλλά είναι ένα σημαντικό βήμα και θα συνεχίσω να εργάζομαι για μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση. Οι παραμεθόριες κοινότητές μας δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά άλλα έξι χρόνια με τον Τεντ Κρουζ».
Ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής του Τέξας Τζον Κόρνιν δήλωσε: «Η μεγαλύτερη ανησυχία που έχω είναι οι δυνατότητες αποφυλάκισης υπό όρους. Η απελευθέρωση μεταναστών στο εσωτερικό παραμένει αμετάβλητη στο νομοσχέδιο. Δεν περιορίζει την υπάρχουσα πολιτική αποφυλάκισης για ανθρωπιστικούς λόγους της κυβέρνησης Μπάιντεν. Θα συνεχίσει να αποτελεί έναν τεράστιο μαγνήτη για μαζική μετανάστευση, επομένως δεν λύνει πραγματικά το πρόβλημα».
Αρνητικός με την πρόταση ήταν και ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής του Τέξας Ρόλαντ Γκουτιέρες, ο οποίος εξέφραζε την πιο «προοδευτική» γραμμή που με ανθρωπιστικά προσχήματα κατηγορούσε ότι η συμφωνία για την Ασφάλεια των Συνόρων δεν μεριμνούσε για την προστασία των μεταναστών.
Τα πυρά του στράφηκαν και εναντίον του Άλρεντ ισχυριζόμενος ότι υπέκυψε στους Ρεπουμπλικάνους υποστηρίζοντας τη συνοριακή συμφωνία της Γερουσίας που προέβλεπε τον περιορισμό της πρόσβασης στο άσυλο και τη μη συμπερίληψη μελών της Ισπανόφωνης Ομάδας του Κογκρέσου στις διαπραγματεύσεις. «Αποτυγχάνει να διορθώσει τα ελαττώματα στο κατεστραμμένο μεταναστευτικό μας σύστημα και έγινε εν κρυπτώ χωρίς τη συμμετοχή των Αμερικανών που ζουν στα σύνορα».
Το Εθνικό Συμβούλιο Συνοριακής Φύλαξης, που συνήθως επικρίνει τις συνοριακές πολιτικές των Δημοκρατικών, υποστήριξε τη συμφωνία-πακέτο ως «πολύ καλύτερη από το υπάρχον καθεστώς».
Τράμπ και Ρεπουμπλικάνοι Βουλευτές κατακεραυνώνουν τη συμφωνία
Οι Ρεπουμπλικάνοι Βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων υποστήριξαν ότι ο Πρόεδρος θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει την υπάρχουσα εξουσία του για να σταματήσει τις συνοριακές διελεύσεις, και ότι η συμφωνία της Γερουσίας δεν ήταν απαραίτητη. «Το νομοσχέδιο δεν είναι καλοπροαίρετο. Δεν είναι επίσης νομοσχέδιο για την ασφάλεια των συνόρων. Σχεδιάστηκε από τους Δημοκρατικούς για να τονώσει τον Μπάιντεν εναντίον του Τράμπ, βοηθώντας τους να κατηγορήσουν τους Ρεπουμπλικάνους για τα ανοιχτά σύνορα», έγραψε ο Βουλευτής του Τέξας Τσιπ Ρόι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο πρώην Πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ δήλωσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Μόνο ένας ανόητος, ή ένας ριζοσπαστικός Αριστερός Δημοκρατικός θα ψήφιζε αυτό το φρικτό νομοσχέδιο για τα σύνορα, το οποίο δίνει δυνατότητα κλεισίματος των συνόρων μόνο μετά από 5000 εισόδους την ημέρα, όταν έχουμε ήδη το δικαίωμα να κλείσουμε τα σύνορα τώρα!».
Ο Ρεπουμπλικάνος Βουλευτής του Τέξας Τζόν Κάρτερ δήλωσε: «Είναι μια κακή συμφωνία. Η Βουλή έχει ήδη εγκρίνει το H.R.2, ένα ισχυρό νομοσχέδιο για την ασφάλεια των συνόρων. Η Γερουσία το αγνόησε και αντ’ αυτού πρότεινε κάτι που εξομαλύνει το χάος που έχει προκαλέσει ο Μπάιντεν. Πρέπει να διασφαλίσουμε τα σύνορα, και το νομοσχέδιο της Γερουσίας δεν το πετυχαίνει».
Ο Ρεπουμπλικάνος Bουλευτής του Τέξας και πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάικλ Μακόλ υποστήριξε ότι θα έπρεπε να κατατεθεί ξεχωριστό νομοσχέδιο για τη βοήθεια στους συμμάχους και να μην τη συσχετίζει με ζητήματα συνοριακής φύλαξης. Αυτό ήθελαν αρχικά να κάνουν οι Δημοκρατικοί, προτού οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας συνδέσουν τα δύο θέματα ώστε να σαμποτάρουν την οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία, πεπεισμένοι ότι οι Δημοκρατικοί δεν θα ψήφιζαν ένα σκληρό αντιμεταναστευτικό νομοσχέδιο.
Ο επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, υπέβαλε συμπληρωματικό νομοσχέδιο, το οποίο αίρει τα μέτρα για τη μετανάστευση, αφήνοντας ανέπαφη τη στρατιωτική βοήθεια προς τους συμμάχους.