Προσδοκίες, συγκρίσεις και πραγματικότητα

Μάρδας πραγματικότητα συγκρίσεις προσδοκίες

του Δημήτρη Μάρδα

Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, π. Αν. Υπουργού Οικονομικών

Όλα στην οικονομία δεν είναι προσφορά και ζήτηση άλλα κυρίως είναι προσδοκίες. Αυτές επιδίωξε να καλλιεργήσει με συστηματικό τρόπο η τωρινή κυβέρνηση κατά την μεταμνημονιακή περίοδο, μετά τον Αύγουστο του 2018. Ως ένα βαθμό το πέτυχε, στην αρχή τουλάχιστον, όχι όμως καθ’ όλη την πορεία των πρώτων μηνών της διακυβέρνησης της. Αυτό αντανακλάται και στο χρηματιστήριο.

Αναλυτικότερα, ενώ το χρηματιστήριο κερδίζει έδαφος από τον Ιανουάριο του 2019 ως τις παραμονές των εκλογών, γνωρίζοντας μια νέα κορυφή στα τέλη του Ιανουαρίου του 2020 μετά από μια περίοδο στασιμότητας, καταγράφει μια νέα καθίζηση μετά τις 17 Φεβρουαρίου. Οι θετικές προσδοκίες που καλλιεργούσε η κυβέρνηση αντανακλώνται στη σημαντική του άνοδο κατά την περίοδο μετά τις Ευρωεκλογές ως και τα τέλη Ιουλίου αρχές Αυγούστου.

Έχοντας στα χέρια της η νέα κυβέρνηση ταμείο με 37 δις ευρώ που κληρονόμησε, μπορούσε να κινηθεί με άνεση κατά την πρώτη περίοδο της πρόσφατης κρίσης ενώ ο κρατικός προϋπολογισμός που ψήφισε εκτροχιάζεται από τον Ιανουάριο ως τα τέλη Μαρτίου. Παρόλα αυτά ο κόσμος βρίσκεται σε μια κατάσταση αναμονής συγκρίνοντας το παρελθόν με το παρόν.

Αυτός ο κόσμος με την ψήφο του στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 άσκησε μια αυστηρή κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο στα μέτρα πολιτικής του αλλά και στο ύφος της εξουσίας με το οποίο πορεύθηκε.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχανε έδαφος όλο το 2019, ενώ η ηττοπάθεια παραμονές εκλογών ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα πολλών στελεχών του. Κάτι τέτοιο δε συνέβαινε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Να σημειωθεί τότε, ότι λίγες ημέρες πριν είχε υπογραφεί το τρίτο Μνημόνιο.

Όταν μια κυβέρνηση μειώνει την ανεργία, μειώνει τη φτώχεια, σταθεροποιεί την οικονομία κάτω από αντίξοες συνθήκες, βγάζει τη χώρα από τα Μνημόνια, οδηγεί την βιομηχανία σε ανάκαμψη, δημιουργεί προσδοκίες για ελάφρυνση των βαρών της μεσαίας τάξης, αφήνει ταμείο με 37 δις ευρώ και χάνει τις εκλογές, τότε κάτι συμβαίνει, που δεν έχει σχέση πλέον μόνο με τα Μνημόνια.

Η λάθος ανάγνωση των προσδοκιών της μεσαίας τάξης, η υποτίμηση του αφηγήματος της ΝΔ, η εκλογική τακτική, είναι κάποιες από τις αιτίες που ερμηνεύουν την ήττα. Επίσης, δεν εξηγήθηκε επαρκώς η προτεραιότητα που δόθηκε με σκοπό τη μείωση της φτώχειας αντί της ελάφρυνσης των φορολογικών βαρών. Ακόμη, δεν άλλαξε θεαματικά η καθημερινότητα του πολίτη ή ο τρόπος επίλυσης των προβλημάτων του στις δημόσιες υπηρεσίες και τα υπουργεία.

Και η χώρα πορεύεται σε θολό τοπίο εξαιτίας της κρίσης του Κορονοϊού. Δυο αντιμαχόμενες πολιτικές επιδιώκουν με τις λύσεις που προτείνουν να μειώσουν τις ζημιές της ύφεσης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της εγχώριας παραγωγής άνω του 10% το 2020, να εκτινάξει την ανεργία και να μειώσει εκ νέου την ευημερία των πολιτών της χώρας. Το μέλλον θα δείξει αν η κυρίαρχη λύση της κυβέρνησης αποδώσει τα μέγιστα ή απλά συντηρήσει σε χαμηλά επίπεδα κοινωνικές εκρήξεις και αναταραχές.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *