«..Ερωτεύομαι θα πει Πηγαίνω. Προχωρώ. Διασχίζω και Διασχίζομαι. Και Ξεμακραίνω. Για ν’ αγγίξω κάποτε τον πάμφωτο προορισμό που αξιώθηκα. Θα πει Φτάνω…
Γιατί ο έρωτας, Κύριε, άλλο δεν είναι από μια δυνατότητα.
Ένα Μπορώ.
Κριτική του Παύλου Λεμοντζή
Να γνωρίζω και να αγνοώ μαζί.
Να εγκληματώ και να ‘μαι η μόνη αθώα.
Να παραλύω μπροστά στην πιθανότητα της αποκάλυψης, κι αυτός ο φόβος, Κύριε, να με δυναμώνει.
Μόνο οι γενναίοι αγαπούν -να το θυμάστε. Οι άλλοι απλώς ξεγελούν τα όνειρα. Εγώ ήμουνα στους πρώτους”.»
Ένα έργο που υμνεί τη δύναμη και τη χαρά της ζωής.
Μια παράσταση που αφορά στα πολύτιμα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Τι σημαίνει ερωτεύομαι;
Τι σημαίνει ν’ αποδέχομαι τον εαυτό μου και τα θέλω μου;
Τι σημαίνει να μπορώ να σταθώ αντάξιος στο φυσικό φαινόμενο που ονομάζεται έρωτας;
Στην εκδοχή του Άκη Δήμου η Ιουλιέτα βρίσκεται μόνη στο σπίτι της, δίχως Ρωμαίο, να μιλά σ’ έναν φανταστικό επισκέπτη για τη ζωή της, τον έρωτα, τη γυναικεία φύση. Μια Ιουλιέτα ναυάγιο, ξεχασμένη, απομεινάρι της πιο ένδοξης ερωτικής ιστορίας που γράφτηκε ποτέ, και θυμάται, στοχάζεται και προβλέπει, προειδοποιεί και αποκαλύπτει, μετέχοντας ακούσια σε μια μυσταγωγία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στην παράσταση της Δήμητρας Λορεντζάκη, μια νέα γυναίκα που υπήρξε απόλυτα ερωτευμένη και τώρα δοξολογεί τον έρωτά της, τον ξεγυμνώνει, τον περιβάλλει με πραγματικά και με φανταστικά γεγονότα, κι ύστερα τον καλεί να ‘ρθει εδώ, σ΄ αυτήν την – υποθέτω – παραθαλάσσια ή παραλίμνια κατοικία, να ζήσει επιτέλους μαζί της, να ξεκλειδώσει τις μνήμες της, να μοιράσει ύμνους και αναθέματα, να τραγουδήσει «αιθέρια ψέματα κι απίστευτες αλήθειες».
Όμως, μέχρι τότε η Ιουλιέτα αποφασίζει να εξομολογηθεί. Σε έναν σιωπηλό επισκέπτη που επινοεί η ίδια. Σε έναν σαν κι εμάς, που ξέρει την παλαιά ιστορία, αλλά δεν ξέρει όλη την αλήθεια. Και τον ξαφνιάζει και μας ξαφνιάζει: με τον πλούτο της σκέψης της, με τον αυτοσαρκασμό της, με την ελαφράδα της, με την εξαίρετη χρήση της γλώσσας, με την έκπληξη που καραδοκεί σε κάθε της φράση.
Δεν είναι μια Οπτασία. Μοιάζει ανθρώπινη η μορφή της. Την έχουμε δει στην παρακάτω γωνία να βγάζει τα χρυσαφένια πέδιλά της που κοπήκανε και να συνεχίζει ξυπόλητη. Με ψηλά το κεφάλι. Είναι μια Γυναίκα στην τελική ευθεία ενός μαραθωνίου της Αγάπης.
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Είναι πάντα μια πρόκληση να βλέπεις ένα παλιότερο έργο σου ν’ ανεβαίνει ξανά στη σκηνή. Κυρίως γιατί, ανεξάρτητα απ’ το αποτέλεσμα – αν και, πολλές φορές, χάρη σ’ αυτό – αναμετριέσαι μ’ έναν… προηγούμενο εαυτό, εκείνον της στιγμής της συγγραφής του. Το παιχνίδι μοιάζει εξαρχής χαμένο (δεν είσαι πια εκείνος που ήσουν όταν έγραφες αυτό το έργο). Αλλά είναι και κερδισμένο, καθώς η καινούργια παράστασή του επαναφέρει μια μνήμη που αιμοδοτεί το παρόν σου. Τέτοια σκέφτομαι με αφορμή το καινούργιο ανέβασμα της «Ιουλιέτας» από την Δήμητρα και την Σοφία. Και είμαι σίγουρος ότι θα σκεφτώ κι άλλα. Μετά την παράσταση.
Α.Δ. Νοέμβριος 2024
Ο λόγος του Άκη Δήμου είναι ένας ποιητικός σπαραγμός, απόλυτος, αιχμηρός και θανατηφόρος που προβάλλει κάθετος πάνω στην οριζόντια συντριβή του Έρωτα. Χωρίς άσκοπα δάκρυα κατακλύζεται από μια επιδέξια εναλλαγή φωτός και σκότους, ονειροπόλησης και εφιάλτη, υπογραμμίζοντας μοναδικά την παραφορά της ψυχής της ηρωίδας του.
Η Δήμητρα Λορεντζάκη, αναζητώντας την εσωτερική δράση του μονολόγου, ανασύρει και αξιοποιεί εκείνα τα στοιχεία που μετατρέπουν ένα ποιητικό κείμενο σε δραματικό λόγο. Όμως, υιοθετεί ένα βέκιο θέατρο, καθόλου ρεαλιστικό, διόλου σημερινό, παρά τα σύγχρονα κοστούμια της Μαρίας Καβαλιώτη.
Ο γρήγορος ρυθμός, η απουσία παύσεων, ο διακοπτόμενος ποιητικός λόγος, ο ανύπαρκτος διάλογος της Ιουλιέτας με τα αντικείμενα, η εστίαση της ηρωίδας σε όλους τους θεατές – δυνάμει επισκέπτες – και όχι σε έναν ωσεί παρόντα επισκέπτη, όπως λέει το κείμενο, οι θέσεις του κορμιού της στον χώρο που παραπέμπουν στα δύο ιδεογράμματα του «Ερωτικού λόγου» του Ρολάν Μπαρτ (ο οποίος χαρακτηρίζεται σήμερα από “μια άκρα μοναξιά”), ανάμεσα στη φαλλική εικόνα των υψωμένων χεριών του πόθου και στη βρεφική εικόνα των απλωμένων χεριών της ανάγκης, η βουτιά της σε μια καταπακτή της ξύλινης σπασμένης εξέδρας (μοναδική σκηνική εγκατάσταση της Μαρίας Καβαλιώτη συν την καρέκλα της), δίκην βαπτίσματος στην κολυμπήθρα του εξαγνισμού, συνθέτουν μια διαφορετική ανάγνωση του έργου και μια ιδιαίτερη θεατρική μεταφορά του στη σκηνή, από τη σκηνοθέτρια Δήμητρα Λορεντζάκη.
Η Ιουλιέτα- Σοφία Μπλέτσου, με την καθ’ υπόδειξη σκηνοθέτριας στην αξιοποίηση των εκφραστών της μέσων, κινείται διαρκώς ανάμεσα στο εσωτερικό αδιέξοδο του σήμερα και στη ζωογόνο ανάσα των αναπολήσεων. Δείχνει πειθαρχία στο σκηνοθετικό όραμα αφενός κι αφετέρου ξεδιπλώνει υποκριτικά χαρίσματα με γενναιοδωρία, διαθέτει εξαιρετική άρθρωση, γοητευτική σκηνική παρουσία και σωματική ευλυγισία.
Υποδειγματική η συνέπεια στη σκηνοθετική άποψη της σκηνογραφικής εγκατάστασης της Μαρίας Καβαλιώτη, αλλά και της πρωτότυπης μουσικής του σπουδαίου Κώστα Βόμβολου. Ομοίως, σημαντική η φωτιστική υποστήριξη της ιδιαίτερης παράστασης , από την Αθηνά Μπανάβα.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενο: Άκης Δήμου
Σκηνοθεσία: Δήμητρα Λαρεντζάκη
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαρία Καβαλιώτη
Πρωτότυπη μουσική – σύνθεση: Κώστας Βόμβολος
Σχεδιασμός φωτισμών: Αθηνά Μπανάβα
Ειδικές κατασκευές – κατασκευή σκηνικού: Θάνος Καρώνης
Φωτογραφίες: Λευτέρης Τσινάρης
Σχεδιασμός εντύπων: Χάρης Θώμος
Επικοινωνία: Απόστολος Λιάπης
Οργάνωση παραγωγής: Απόστολος Λιάπης
Παραγωγή: Πολυχώρος Τέχνης Alte Fablon
Επί σκηνής, στον ρόλο της Ιουλιέτας η Σοφία Μπλέτσου